Το ιστολόγιο του/της fantasmamore

Πεταλοφαγωμάρα 4 (ο ξάδερφος)

Πολλά πολλά νεύρα ρε φίλε, που να στα λέω, ρε θα σκάσω, πούφ θα κάνω ρε!

Είναι, που λες ρε φίλε, να έρθει ο ξάδερφός μου από τη Νέα Υόρκη. Όλα τα χαμε, αυτός μας έλειπε ρε, εδώ χάσαμε τους bikings, κανείς δεν καταλαβαίνει τον πόνο του ποδηλάτη, μου τον κουβαλήσαν κι αυτόν. Είχα βάλει και την Ιρακινή σημαία στο μπαλκόνι ρε φίλε, να ξέρει τι τον περιμένει, αλλά την κατέβασε η θειά η Μαριγούλα... Με την τσίμπλα στο μάτι που λες, χώθηκα να κουβαλάω και τα πράγματά του, ασήκωτα ρε φίλε, κι όχι πως δεν μπορούσα να τα σηκώσω, για μένα μιλάμε, αλλά κοψομεσιάστηκα ρε φίλε. “Ρε ξάδερφε, πέτρες έχουμε κι εδώ, δεν χρειαζόταν να φέρεις από την Αμερική!” του φώναζα εγώ, η γιαγιά Παγώνα με τσίμπαγε, να βγάλω λέει τον σκασμό. Μίλαγε και περίεργα το αμερικανάκι ρε φίλε, άντε να τον καταλάβεις, βέβαια είναι που εγώ την γλώσσα την παίζω στα δάχτυλα ρε, όχι ρε φίλε, δεν γλύφομαι, που πήγε το μυαλό σου, ρε η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόπανους τσακίζει ρε! Αλλά λέω να κάνω μια προσπάθεια, μην μας βγεί η φήμη ότι δεν είμαστε και φιλόξενοι δηλαδής, που εμείς ρε, είχαμε τον Ξενιτεμένο Δία από τότενες κι όλοι λέγανε “τι γαμάτοι που είναι αυτοί οι Έλληνες ρε φίλε...”

Καθόμαστε να φάμε, μια τυπική ημέρα στο σπίτι ρε φίλε, δεκαπέντε άτομα, ένα γουρουνόπουλο, πέντε σαλάτες, ένα ταψι μουσακάς και δυό ταψιά γαλακτομπούρεκο, πάει καλά, λέω εγώ, θα μας μείνει το φαΐ...

“Και τι δουλειά κάνεις ρε ξάδερφε;” Μου απαντάει κάτι μασημένα, ότι είναι λέει μασαζέρ, ε, λέω εγώ, φαίνεται ότι είναι φλούφλης, ετοιμάζομαι να απαντήσω κάτι, με ξανατσιμπάει η γιαγιά Παγώνα, λέω, άστο να πάει στο καλό, μου είχε κάνει το μπούτι μπλέ- μωβέν ρε φίλε... Αρχίζει ο μπάρμπας μου ο Θωμάς να ρωτάει τι ακριβώς είναι αυτό, λέει αυτός πως είναι κάτι σαν “ταχυδρόμος με ποδήλατο”.

Ααααααααααμάν! Να τα μας λέω εγώ, δικός μας είναι κι αυτός, ποδήλατα παντού ρε, σε όλο τον κόσμο!
“Και γιατί ρε ξάδερφε οι ταχυδρόμοι εκεί έχουν ποδήλατο”, τον ρωτάω, “γιατί πάει πιο γρήγορα μου απαντάει αυτός..”.

Πεταλοφαγωμάρα 3

Πήξαμε στους φλώρους ρε φίλε, τι πράγμα είναι αυτό, πολλά πολλά νεύρα έχω σου λέω, δεν κρατιέμαι! Να σου πω τον πόνο μου να σπαράξεις ρε όμορφε, θα κλάψεις με μαύρο δάκρυ, ρε που πάει ο κόσμος, τι είναι ο άνθρωπος, και καλά ο άνθρωπος, τι είναι ο ποδηλάτης ρε φίλε...

Ξεκινάω που λες ρε αδερφούλη, να κάνω βόλτα με τους bikings, να γουστάρω, να κατακτήσω την πόλη ρε, να σακατέψω κανέναν ταρίφα που θα με κοιτάξει περίεργα, να κάνω τα ωραία μου, να με δουν τα γκομενάκια να συγκλονιστούν, καταλαβαίνεις... Έχω βάλει την κατσικίσια την προβιά, πήρα και το ρόπαλο παραμάσχαλα, παρφουμαρίστηκα με Μυρτώ λεμόνι που είναι και σέξι και βουρ! Ραντεβού στο γνωστό μέρος, πάω να βρω τα φιλαράκια και τι να δω! Δεν έχει έρθει κανείς!

Ααααααμάν! Θα τους πάτησε κανένας πωρωμένος κομπλεξικός φορτηγατζής γιατί θα του κλείσανε τον δρόμο, τι να σκεφτώ ρε φίλε, υπάρχει άλλη λογική εξήγηση; Πολλά πολλά νεύρα με πιάσανε, φούντωσα, λέω θα πάρω τον aspro-timoni-me-polixroma-grips, να δω σε ποιο νοσοκομείο τους έχουν ρε... Χτυπάει το τηλέφωνο ρε φίλε, το σηκώνει, ακούω θόρυβο από πίσω, "γήπεδο κατάντησαν τα νοσοκομεία" σκέφτομαι... Που είσαι ρε άσπρο-τιμόνι-με-πολύχρωμα-γκριψ τον ρωτάω; "Βγήκα με το φιδέης" μου απαντά...

Ααααααμάν! Προδοσία! Μαύρη αντάρα και κακιά με χτύπησε κατακέφαλα, σκοτείνιασε ο κόσμος μου ρε φίλε... "Και τι κάνεις αυτού;" τον ρωτάω, μήπως υπάρχει καμιά λογική εξήγησις, μήπως πήγε να τους σαμποτάρει, να ψαρέψει γκομενάκια για να τα φέρει σε εμάς, λέω, μπορεί να την είδε τζέμης μποντ. "Εεεεεεεε, ναααααα....." ψελλίζει, "είναι πολύς ο κόσμος, είναι κι ωραία η βόλτα... ε, είπα να πάω κι εγώ...."

Έκλεισα το τηλέφωνο ρε φίλε, τα μάτια μου είχαν διάμετρο 28άρας ζάντας... Το χάσαμε το παιδί, το χάσαμε! Μας το πήρανε ύπουλα! Αλλά καλά αυτός, φαινόταν από την αρχή, τον ήξερα εγώ... ΕΓΩ ρε, ΕΓΩ; ΕΜΕΝΑ με το ΕΓΩ κεφαλαίο ρε, κανένας δεν μου ξεφεύγει, τους ξέρω εγώ κάτι τέτοιους... Άστον αυτόν! Οι άλλοι; Ο kathistos-orthopetalistis-me-lofio; Αυτός που είναι;

Ένας δειλός καβάλα σ' έναν πήγασο...

Λοιπόν, έχουμε και λέμε.... πέντε εφτά τριανταπέντε και τέσσερα κι άλλα οχτώ και τα είκοσι... πως να τα ξεχάσεις τα είκοσι... Που είμασταν; Α, ναι! εξηνταεφτά και δεν βγάζεις ούτε την εβδομάδα... Προσθέτουμε σ' αυτά είκοσι και εννιά και δεκατέσσερα και οχτώ, μα τι τα ήθελα τα οχτώ! Κινηματογράφος σου λέει... Άντε να μου βγει ο προϋπολογισμός τώρα... Οι πολυτέλειες θα με φάνε... Φφφφφφφφφ... Οχτώ είναι οχτώ, δεν είναι παίξε γέλασε! Τώρα, ας προσθέσουμε και τα εξηντατέσσερα και εβδομήντα του λογαριασμού και τα δύο και σαράντα, μα ακούς εκεί δύο και σαράντα! Έναν καφέ ήθελα, δεν νοίκιασα το τραπέζι, αγαπητέ... Κι έπειτα άλλα μηδέν κόμμα πενήντα και...
Ο Μνήμονας είχε ιδρώσει. Τα χείλη του κινούνταν σαν να ακολουθούσαν τον ρυθμό μιας ψαλμωδίας και τα μάτια του κάρφωναν τον τοίχο αντικρίζοντας το άπειρο. Από μικρός είχε κλήση στα μαθηματικά, και είχε και μια εξαιρετική ικανότητα απομνημόνευσης, τέτοια που μέχρι και οι Times είχαν γράψει άρθρο γι' αυτόν. Αλλά τι τα θες... Τελείωσε το πανεπιστήμιο, έκανε και το διδακτορικό του, αλλά δουλειά δεν έβρισκε. Ακόμα και δάσκαλος που ήθελε να γίνει, την θέση του την πήρανε τα ανίψια των δημάρχων, βουλευτών, υπουργών, εφοπλιστών, διευθυντών, οδηγών, γραμματέων, ιερέων και λοιπών... Και πως να βρει δουλειά ο κακομοίρης; Ήταν μικρόσωμος με βαθουλωμένα μάγουλα, καραφλίτσα και φοβισμένο βλέμμα. Μπροστά στους άλλους τραύλιζε και ίδρωνε και ποτέ μα ποτέ δεν τους κοίταζε στα μάτια. Πως να τον εμπιστευθεί κανείς; "Στην πρώτη δυσκολία, τούτος εδώ θα μου λιποθυμήσει..." Κι έτσι, ο Μνήμων μπορούσε να σου πει τι καιρό έκανε την τελευταία μέρα του Φλεβάρη πριν από οκτώ χρόνια, αλλά δεν μπορούσε να σου πει πότε ήταν η τελευταία φορά που ήταν ευτυχισμένος.

Πεταλοφαγωμάρα 2

Ρε τι ζώα που είστε όλοι σας ρε....

Πολλά πολλά νεύρα ρε φίλε, άκου τι έπαθα τις προάλλες... Έχω βάλει στο μάτι, ποδηλατάκι φίνο, Υβριδεάλ, με τριπλή εξάτμιση και eco-friendly όσο παίρνει, ωραίο ρε φίλε, μόνο 28 κιλά, το βάζεις και στον ώμο άμα λάχει κι είσαι ο Χούλκ, αλλά το παλικάρι που το πούλαγε... το φάγανε στο φόρουμ! Μάλιστα. Επειδή δηλαδής ο άνθρωπος ήταν ο αντιπρόσωπος της Υβριδεάλ στην Ελλάδα κι έβαλε την αγγελία του για να τα πουλήσει, πέσανε όλοι επάνω του.
"Δεν κάνουμε διαφήμιση εδώ δα" του 'λεγε ο ένας, "Το φόρουμ δεν είναι e-shop" του 'λεγε ο άλλος...
Πολλά πολλά νεύρα ρε φίλε, το φάγανε το παλικάρι σου λέω, δεν αντέχω άλλο... Είχα μια ευκαιρία να πάρω το Υβριδεάλ μου, μοντέλλο TurboGas 666, στο χρώμα του τσιμέντου και τώρα πάει, το έχασα...
Και να ήταν μόνο αυτό...
Το βρίσκω το ποδηλατάκι στην Μενάνδρου, ωραίο, γυαλιστερό, λίγο μόνο φθαρμένο στο παλουκόσελο από την αλυσίδα που έκοψε το παιδί για να το πάρει, καινούργιο δηλαδή, και μου το δίνει μόνο 12 ευρώ, ούτε το κόστος του κόφτη που χρησιμοποίησε δηλαδή... Το σκέφτομαι που λες ρε φίλε, να το πάρω, ευκαιρία, τι με νοιάζει αν κάποιος θα το κλαίει, ας πρόσεχε που πάν τα ζώα και το δένουν με κάτι αλυσιδίτσες φακ α ντόρο, από τους βαφτιστικούς σταυρούς τους... Φταίω εγώ να το πάρω ρε; Ποδήλατο αγοράζεις ρε τραχανά, δεν αγοράζεις τσίχλες, πρόσεξέ το λίγο, υπάρχουν και κλέφτες!
Αλλά κι εκεί, πάνω που ετοιμαζόμουν να το αγοράσω νόμιμα, κάτω από το άγρυπνο βλέμμα δύο αστυνομικών που δεν μου λένε και κουβέντα, γιατί στην Ελλάδα διαφέρουμε ρε, δεν τους χέζουμε εμείς τους νόμους, του Έλληνα ο τράχυλος, ζυγαριά δεν περιμένει ρε ζώα, ευρωπαίοι gay, όλοι σας... Ξεφύγαμε ρε φίλε, τώρα στο συνεχίζω. Πάνω που ετοιμάζομαι να το πληρώσω, ακούω μια φωνή μέσα στο κεφάλι μου...
Ναι ρε φίλε, μια φωνή από το φόρουμ... Μου έλεγε να μην αγοράσω αυτό που κάποιος άλλος ίδρωσε για να το αγοράσει...

contact