Έφυγε ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές. Είναι απ’ τους τυχερούς αυτού του κόσμου...Άφησε να διαβάζουμε υπέροχα βιβλία...η πρώτη μου γνωριμιά μαζί του ήταν τα Εκατό χρόνια μοναξιάς...Μεθυστικό βιβλίο. Οριακό.Ήμουνα αρκετά νέα. Δεν το έχω διαβάσει ξανά έκτοτε και θέλω τώρα να σας πω για το ποιό απ’ τα τόσα πρόσωπα αυτού του βιβλίου λάτρεψα...Δεν ξέρω το γιατί ή ίσως και να το ξέρω, ή ίσως και τώρα που είμαι αρκετά μεγάλη να επιμένω για εκείνη την πρώτη αίσθηση κι επιλογή της νιότης μου...
Αγάπησα βαθιά λοιπόν την Ωραία Ρεμένδιος. Αυτή την όμορφη κοπέλλα που οι άντρες της πέθαιναν με κάποιο τρόπο. Η ίδια αρνήθηκε την ματαιοδοξία των στολιδιών και των λαμπρών ενδυμάτων κι ήταν υπέρ αρκετό το δώρο να είναι ίσως η ωραιότερη γυναίκα στο Μακόντο, με μιαν αθωότητα, πνευματικά κάπως αλλοπαρμένη, ίσως αυτό που λέμε αλλαφροϊσκιωτη...η σοφία της και ο ομορφιά της την είχαν ήδη εξάγει εκ του κόσμου, όπου μέσα του υπήρχε.
Υπέροχη η περιγραφή, η αφήγηση, που ένα μεσημέρι στις 4.00 η ώρα, διπλώνοντας τα κάτασπρα σεντόνια της Φερνάντας, αναδύθηκε στους ουρανούς...Η περιγραφή που το σώμα εγείρεται είναι υπέροχη στην αχνή μνήμη μου...
Υπάρχει και κάτι που μοιράζομαι με την Ωραία Ρεμένδιος. Αυτή αναδύθηκε στα ουράνια στις 4.00 τ’ απόγευμα. Εγώ τότε γεννιόμουνα. Η ώρα γέννησής μου είναι ίδια με την ώρα της αποχώρησης απ’ τα εγκόσμια της Ωραίας Ρεμένδιος. Τι γοητεύει ένα νέο κορίτσι λοιπόν σ’ ένα ανάγνωσμα; Μια αλυσίδα κοινών κι απλών συμπτώσεων...
Πάντως να μπορούσε κανείς έτσι να αναδύεται όταν έρχεται η ώρα της αποχώρησης...θα μ’ άρεσε...θα ήταν ο τρόπος μου ίσως κι εμένα...
Στο καλό κ. Μαρκές!
....αυτό το βιβλίο, σε ανάλογα νεαρή ηλικία.
Διατηρώ μια θαμπή ανάμνηση γοητευτικού αναγνώσματος, που ακροβατεί μεταξύ πραγματικής [;] ζωής και μεταφυσικής πραγματικότητας.
Θυμάμαι μια σκηνή, όπου έχει πεθάνει μια νεαρή κοπέλα εξαιρετικής ομορφιάς,
και ο γιατρός της οικογένειας καλείται για τη νεκροψία . η περιγραφή αναδίδει έναν ερωτισμό , μια ατμόσφαιρα που λίγο απέχει από το αρρωστημένο.
Αφού όμως ζει ακόμα μέσα μου, αποδεικνύει και τη δύναμη της γραφής του Μαρκές.
Χωρίς να το έχω σχεδιάσει, για θάνατο μίλησα κι εγώ...
Σε όσους πιστεύουν ότι υπάρχει Ανάσταση,
από μένα θερμές ευχές. Ε.
Ανάσταση δεν ξέρω αν υπήρξε κι αν υπάρχει. Μαρτυρίες επιστημονικές για ανθρώπους που “πήγαν εκεί και γύρισαν” έχουμε. Αν τα Ευαγγέλια είναι κάποιου τύπου μαρτυρίες, κάποιες αλήθειες θα υπάρχουν μέσα τους. Ο λόγος τους δε δεν είναι ποιητικός όπως στις υμνωδίες. Είναι λόγος λιτός και λόγος καταγραφής ντοκουμέντων. Αυτό σαν αισθητική παρατήρηση.
Αλλά ούτως ή άλλως, όλα είναι μια υπόθεση τόσο προσωπική, βαθιά βιωματική και σίγουρα καθόλου καταναγκαστική. Όπως και όλα είναι μια υπόθεση στάσης ζωής.
Ακόμα ανακαλύπτονται ντοκουμέντα για τη ζωή του Χριστού. Η στατικότητα των δογμάτων είναι μια τρομακτική υπόθεση, που μπορεί να μας αφαιρεί τις δυνατότητες να γνωρίσουμε, τι πραγματικά γίνεται στη φύση, τι πραγματικά γίνηκε στη ζωή του Χριστού.
Νιώθω όμως πως κάποια μορφή συνέχειας πρέπει να υπάρχει...Δεν θεωρώ ότι τόσες θρησκείες, δηλαδή τόση φιλοσοφική διερεύνηση γύρω απ’ το μυστήριο της ύπαρξή μας βασίζεται μόνο στην σφοδρή μας επιθυμία, να μην τελειώνουμε μαζί με το τέλος του σώματός μας. Υπάρχουν τόσα φυσικά φαινόμενα που είναι αφύσικα στις ανθρώπινες αισθήσεις...
Επίσης υπάρχουν οριακές στιγμές στη ζωή των ανθρώπων, που εκείνοι εκ των συνθηκών εξέρχονται της πραγματικότητας που τους στραγγαλίζει και μέσα από μιαν ανάταση, μεταβαίνουν σε άλλα επίπεδα...αλλά κι αυτό είναι μια προσωπική υπόθεση...καθόλου δεν συμβαίνει σε όλους μας...Μπορεί δε να μην συμβεί ποτέ σε κάποιον που δέχεται αυτή τη δυνατότητα και να συμβεί σε κάποιον που δεν την δέχεται και μάλιστα σε ανύποπτο χρόνο ή τόπο...
Το συγκεκριμένο μυθιστόρημα ανήκει σ’ εκείνη την Τέχνη, που βλέπει τον κόσμο του μεταφυσικού να έχει ασαφή όρια με τον κόσμο της πραγματικότητας. Κι έτσι είναι κατά την προσωπική μου αίσθηση. Ένας ακόμα κορυφαίος καλλιτέχνης, ας πούμε, που διερεύνησε αυτά τα όρια με εξ ίσου ιδανικό τρόπο στον κινηματογράφο, είναι κι ο Ταρκόφσκι... για να μην πω την κορύφωση αυτής της θεώρησης που βλέπουμε στο έργο του Ντράγιερ...
Δεν θα όριζα το ασύνηθες κι οριακό σε ένα έργο τέχνης σαν κάτι αρρωστημένο. Οι τέχνες γίνανε για να βρίσκεται μέσα τους ατόφια η ανθρώπινη σκέψη κι εμπειρία με την μέγιστη δυνατή ειλικρίνεια. Κι αν ο αποδέκτης γίνεται κοινωνός κι αναγνωρίζει κάτι απ’ τον εαυτό του, έστω και σε μέρος όσων ένα έργο φέρει, το έργο είναι δικαιωμένο.
Ας σκεφτούμε τον κόσμο των παραμυθιών, που είναι μια αρχέγονη και βασική μορφή μυθοπλασίας και τη λυτρωτική του λειτουργία στις ψυχές μας...Δεν υπάρχει κάτι εξωπραγματικό ή αρρωστημένο σ’ αυτόν τον κόσμο που αρκετές φορές οι ήρωες ζούν την υπέρτατη υπερβολή για να καθάρουν τη ζωή τους και να την οδηγήσουν στην ισορροπία και την γαλήνη...
Δεν θα κάνω συνειρμούς γι’ αυτό το μηχανισμό τον ανθρώπινο, που δικαιώνει την αγωνία μας και το μόχθο και την υπέρβαση σαν προϋποθέσεις για την ολοκλήρωση μιας καθορισμένης, στοχευμένης ευτυχίας...