Το δικό σου τί κασέτα φοράει..;

Το πρωί το κρύο σε περονιάζει, είναι αλήθεια. Κι’ όσο ωραίος κι’ αν είναι ο Ήλιος την ώρα που βγαίνει, δεν μπορείς να το χαρείς. Τα χαρτόνια είναι νοτισμένα από την υγρασία, τα νάυλον στάζουν και μέχρι να φωτίσει καλά δεν μπορείς ν’ αγγίξεις τίποτε. Βγαίνω στο μονοπάτι και πάω πάνω-κάτω να ζεσταθώ. Περιμένουμε ο ένας τον άλλον μέχρι να σηκωθούν όλοι, να βεβαιωθούμε πως δεν έμεινε κανείς στον ύπνο του, σαν προσκλητήριο δηλαδή, και μετά τραβάμε ο καθένας για το δρόμο του. Ποτέ δεν πάμε δύο-δύο. Ο καθένας έχει τις καβάτζες του, τις άκρες του, δεν θέλει να ξέρει ο άλλος τί λεφτά μπορεί να κουβαλάει πάνω του, γιατί, ξέρεις, άμα δεν έχεις, και τα δύο ΕΥΡΩ σού φαίνονται πολλά κι’ είναι καλύτερα να μη μπαίνεις σε πειρασμό.
Μετά, έχει ο καθένας κάποιον γνωστό, κάποιον συγγενή που τού βάζει στο χέρι κάτι, μα φαΐ, μα ένα μικρό χαρτζηλίκι και δεν είναι σωστό να ξέρουν οι άλλοι.

Η πρώτη νύχτα που λές, δεν ήταν τόσο δύσκολη όσο φαντάζεσαι. Το βλέπεις κάπως σαν περιπέτεια, σαν εκδρομή που κοιμάσαι στην παραλία, σαν κάτι προσωρινό, ξεγελιέσαι. Το μόνο που σε κόφτει είναι να μη σε πάρει κανένα μάτι κανενός γνωστού και αρχίσουν και σε συζητάνε οι παληοί γνωστοί σου από νωρίς.
Βλέπεις, στην αρχή νομίζεις πως θα είναι για λίγο μόνο, μια παρένθεση κι’ ύστερα όλα θα φτιάξουν και θα ξαναγυρίσεις στην προηγούμενή σου ζωή και φροντίζεις να μη λερώσεις το όνομά σου.

Έχεις δει από πριν και τους άλλους με τα χαρτόκουτα και τις κουβέρτες και τα διπλά μπουφάν και λές, ε, αφού τη βγάζουν αυτοί, θα τη βγάλω κι΄εγώ.
Ε, βρίσκεις μια γωνιά, για να λέμε την αλήθεια εγώ την είχα σταμπάρει από καιρό, γιατί τά ’βλεπα τα σκούρα νά ‘ρχονται, και πάς και την πέφτεις. Δυό χαρτόνια κάτω, μια κουβέρτα όχι πολύ καινούργια για να μη στην κλέψουν, καμμιά εφημερίδα μέσα απ΄το πουκάμισο, σκούφο αναγκαστικά κι΄όχι μόνο για το κρύο, ε, αυτό είναι. Μόλις σταματήσει η πολλή η περατζάδα στο δρόμο, ξαπλώνεις και προσπαθείς να κοιμηθείς.
Κι’ όσο κι΄ αν φοβάσαι στην αρχή, εκεί γύρω στις τρεις, σού βγαίνει μια κούραση, αδερφέ μου μια κούραση, ένα κάψιμο στο πρόσωπο, μια ζαλάδα, ένα χάσιμο, που λες, ‘ας κοιμηθώ κι΄ ό,τι είναι να γίνει ας γίνει’.
Μετά, ξυπνάς και διαπιστώνεις πως η ώρα είναι περασμένη, πάει κι΄έρχεται ο κόσμος κι’ εσύ δεν έχεις πάρει χαμπάρι. Σηκώνεσαι, κυττάς κάτω ν’ αποφύγεις τις ματιές των περαστικών, αν και να σου πω, έχουν γίνει κι΄αυτοί διακριτικοί, σάμπως να σκέφτονται πως το μέλλον είναι αβέβαιο και κανείς ποτέ δεν ξέρει.

Και μετά αρχίζει το δύσκολο...
Πρώτα-πρώτα, μαθαίνεις να αφήνεις τα πράγματά σου αφύλακτα, αυτά που σου μείνανε τέλος πάντων, αν και όλοι φοβούνται μη κολλήσουν τίποτε και δεν αγγίζουν.
Μετά, λογάριασε ότι τις πρώτες μέρες, έχεις αρκετό χαρτζηλίκι ακόμη στις τσέπες και με ρέγουλα μπορεί να σε φτάσει για μήνα και βάλε. Γι΄αυτό και τις πρώτες μέρες πρέπει να αλλάζεις διαρκώς θέση. Όλοι ξέρουν πως ο νέος της παρέας έχει λεφτά στις τσέπες ακόμα και είναι επικίνδυνο να το ξέρουν.

Δεύτερο δύσκολο, το τί κάνεις ολόκληρη τη μέρα. Για καφέ δεν μπορείς να κάτσεις. Άντε σου λέω εγώ, κι΄έκατσες σε φαστφουντάδικο μ’ ενάμιση ΕΥΡΩ τον καφέ. Πόση ώρα θα περάσει..; Μισή, μία το πολύ. Μετά τι κάνεις..; Θα διαβάσεις ένα βιβλίο ή θα δεις τηλεόραση..; Γυρνάς γύρω-γύρω, κάθεσαι από τόνα παγκάκι στο άλλο, προσπαθείς να κυττάξεις και με περιπαικτικό μάτι αυτούς που τρέχουν σαν παλαβοί για να προλάβουν και ‘συ κάθεσαι αραχτός.
Μα μετά, έρχεται πάλι εκείνο το κενό και σ’ αρπάζει και ξεκινάς να καταλαβαίνεις τί ακριβώς συμβαίνει: είσαι άνεργος και είσαι κι΄ άστεγος μαζί. Και μόλις το συνειδητοποιείς, διαλύεσαι, σε παίρνει το πεζοδρόμιο, σε τραβάει πάνω του ένα πράγμα θαρρείς, και σε κάνει κομμάτια, σε σβήνει σαν άνθρωπο, σε γυρνάει πίσω, στην εποχή των σπηλαίων, γίνεσαι ένα θηρίο μές στην πόλη, μα δεν έχεις πιά καμμιά δύναμη. Ξεδοντιάρικο θηρίο...

Τί να σου λέω τώρα... Εγώ είμαι κι΄από τους τυχερούς. Είχα και μια ξαδέρφη και πήγα και της άφησα τα πράγματά μου σ’ ένα υπόγειο που έχει και δεν τα πέταξα στα σκουπίδια ή δεν τάδωσα στα παληατζίδικα για δέκα και για είκοσι ΕΥΡΩ. Άλλοι δεν έχουν τίποτε, στον Ήλιο μοίρα, μένουν άπλυτοι για μήνες, κοιμούνται μέρες ολόκληρες για να περνάει ο καιρός, να μην πρέπει να τρώνε, σηκώνονται μόνο για κατούρημα.
Άλλο θέμα κι΄ αυτό.. Πού χέζεις και πού κατουράς άμα είσαι στο παγκάκι..; Το σκέφτηκες ποτέ..; Άλλος εξευτελισμός αυτός που δεν τον φαντάστηκες ποτέ. Κάτι τόσο καθημερινό και αναγκαίο, να γίνεται άλλο ένα μέσο εξευτελισμού σου... Δεν είναι μόνο το φαΐ και το νερό, είναι και το πού ξεφορτώνεις από κάτω σου αυτά που έβαλες από πάνω σου... Όσοι δεν αντέχουν την πόλη έρχονται εδώ πάνω και μένουν. Βρίσκεις ένα πλαγιασμένο δέντρο, έναν βράχο λίγο κουφωτό και το κάνεις σπίτι σου. Χαρτόνια, νάυλον, μοκέτες πεταμένες, όλα χρήσιμα εδώ πάνω, ακόμη και τα πλαστικά μπουκαλάκια του νερού.

Σε έπηξα, ε; Έλα, ρε, δε στα λέω για να μελαγχολείς και να χαλιέσαι...
Ούτε ο πρώτος είμαι και μακάρι νάμουν ο τελευταίος...
Και σου λέω, είμαι από τους τυχερούς. Γιατί άμα τύχει και σκάσει καμμιά δουλειά αύριο, πετάγομαι από την ξαδέρφη, ξεθάβω ένα ρουχαλάκι καθαρό, του κάνει κι’ ένα πάτημα με το σίδερο, με βάνει και κάνω κι’ ένα ντουσάκι, ξυρίζομαι, χτενίζομαι και πάω σένιος και περνάω και για όχι άστεγος! Ποιός θέλει άστεγο στη δουλειά του...

Μη τα παίρνεις τοις μετρητοίς, λοιπόν, μη χαλιέσαι, δεν υπάρχει λόγος. Και προπαντός, μη σκεφτείς πως είναι άδικο όλο αυτό. Ζωή είναι κι΄αυτή. Εγώ τώρα τόμαθα πως η ζωή δε σταματάει για το χατήρι κανενός κερατά, και μένα μαζί, που νόμιζα πως έχασα τη δουλειά μου κι΄έμεινα άστεγος και ήταν η μεγαλύτερη αδικία όλων των εποχών. Κάθε μέρα, κάθε μέρα σου λέω και στο υπογράφω, πως γίνονται αδικίες τεράστιες, εγκλήματα που δεν τα βλέπεις, και δεν τα μαθαίνεις κι΄είναι σα να μην έγιναν. Θα γίνονται.
Και ‘συ δεν θα μπορείς να κάνεις τίποτε.
Το σύστημα είναι κλειστό και δεν επιδέχεται παρεμβάσεις.
Θυμάσαι στη θερμοδυναμική τα κλειστά συστήματα; Τέτοιο έχει γίνει και ο κόσμος που ζούμε, η «κενωνία» που λέγαν τ’ αλάνια κι’ οι ρεμπέτες. Κλειστό σύστημα με παραμέτρους απολύτως ελεγχόμενες. Εκτατικά και εντατικά θερμοδυναμικά μεγέθη, θερμοδυναμικές διεργασίες και κύκλοι, η Εντροπία, το έργο Εξωθήσεως και η Ενθαλπία, είναι όλα εδώ, τα ζούμε και δεν το ξέρουμε. Ένα μεγάλο κλειστό καζάνι που μέσα του είμαστε ‘μεις κι’ απ΄έξω οι άλλοι πειράζουν τη θερμοκρασία και την πίεση για να δουν τί θα συμβεί και να το καταγράψουν για μελλοντική χρήση.
Τί κυττάς... Σου φαίνεται παράξενο που τα ξέρω όλα αυτά..; Μη ρωτάς καλύτερα τί δουλειά έκανα και πώς βρέθηκα εδώ. Και πάνω απ΄όλα μη με κατηγορείς που σου λέω μόνο πικρά πράγματα.

Αλλά να, σε είδα να περνάς με το ποδήλατο στο μονοπατάκι και ζήλεψα λιγάκι κι’ είπα, κάτσε να πώ δυό κουβέντες με τον ποδηλάτη. Το δικαιούμαι εξάλλου, αφού ήμουν κι΄εγώ ποδηλάτης πριν, στην προηγούμενή μου ζωή... Τόφαγε κι΄ αυτό η ανάγκη. Εκατό ευρουδάκια και βάσταξαν είκοσι μέρες. Είκοσι μέρες μέ τάισε το ποδηλατάκι μου.
Σαν κάτι ιστορίες με ναυαγούς ή ταξιδιώτες στην έρημο που τελικά, τρώνε το γαϊδούρι ή το άλογό τους. Έτσι κι’ εγώ. Λέω πως έσφαξα κι΄έφαγα το ποδηλατάκι μου...
Άντε πάλι! Ρε, μη χαλιέσαι σου λέω! Δεν πειράζει! Όλα γυρίζουν γύρω-γύρω, φεύγουν κι΄έρχονται, ανεβαίνουν και κατεβαίνουν! Άμα είναι να σε παίρνουν τα κλάμματα δε θα σου μιλήσω όταν ξαναπεράσεις. Και να ξέρεις πως καλό μου κάνει να μιλάω, ειδικά με ποδηλάτη. Να λέω καμμιά ποδηλατική κουβέντα, να ζωντανεύω λιγάκι.

Λοιπόν, για να γυρίσουμε στην αρχική μας κουβέντα: το δικό μου φόραγε τα ΧΤ του 2011 με κασέτα 38-26 για μονοπατάκια στο βουνό. Εσένα φοράει 40-28 ή κάνω λάθος...

Αξιολόγηση: 
0
Η αξιολόγηση σας: Κανένα
0
0 ψήφοι
Wicca
Απών/απούσα

|Την Πρωτοχρονιά γνώρισα μέσα σε ένα μπαράκι που πήγα μία γυναίκα οι οποία κατοικεί στο αυτοκίνητό της. Από ότι μου είπε δεν είχε χρήματα να πληρώνει το νοίκι της αφού είχε χάσει κάποια από τα σπίτια τα οποία καθάριζε και κράταγε τα παιδιά, και έτσι επειδή την έβγαζε με 250 ευρώ τον μήνα εγκατέλειψε το σπίτι που έμενε, γιατί χρώσταγε νοίκια, αποθήκευσε κάποια από τα πράγματα της σε γνωστούς και έμενε στο αυτοκίνητο.

Αυτή η γυναίκα έχει γιο παντρεμένο, ετών 36 που έχει και σπίτι που θα μπορούσε να την φιλοξενήσει κιόλας, αλλά δεν το κάνει γιατί του είπε η γυναίκα του να διαλέξει ή τον γάμο του ή την μητέρα του.

Την είχαν πάντως καλέσει για την Πρωτοχρονιά στο σπίτι τους, αλλά της είπαν να φύγει μετά.. και εκείνη καθόταν στο μπαράκι όπου την κέρασαν εκεί κάποιο ποτό, προφανώς την γνώρισαν από παλιά, για να μην κάθεται στον δρόμο.

Η γυναίκα αυτή ήταν μια χαρά καλοστεκούμενη, Ελληνίδα, ντυμένη αξιπρεπέστατα, μη φανταστείτε τίποτα εξαθλιωμένους κλοσάρ, μία κλασική μεσήλικη γυναίκα η οποία από την μία στιγμή στην άλλη βρέθηκε στον δρόμο. Και αυτό δείχνει ότι το πρόβλημα είναι πιο εκτεταμένο από όσο νομίζουμε, γιατί ξαφνικά χάνουν τα σπίτια τους και το νοικοκυριό τους άνθρωποι που δεν θα περίμενε κανείς να τους συμβεί κάτι τέτοιο. Και δεν τους βοηθάει και κανείς άπαξ και τους συμβεί αυτό. ( αυτό βέβαια είναι γνωστό.. άπαξ και δεν υπάρχει χρήμα ή κοινωνικό στάτους σου γυρίζουν πολύ εύκολα οι άλλοι την πλάτη).

Αυτό όμως δείχνει επίσης το πόσο βαθιά σάπια είναι οι κοινωνία μας πια, αφού ακυρώνει τους ανθρώπους κατά αυτό τον τρόπο, ( ενώ πιο πριν τους έχει ακυρώσει και επαγγελματικά ) ας μην συζητήσω το πως τους ακυρώνει και σε προσωπικό επίπεδο, αν κρίνω από την συμπεριφορά του ίδιου της του γιου, ο οποίος δεν θέλει να μείνει στο σπίτι του η άστεγη πλέον μητέρα του..

Αλήθεια.. που πήγαν οι τόσο στιβαρές κατά τα άλλα οικογένειες που παλιά έθεταν και τους κοινωνικούς κανόνες με τους οποίους κάποιος έπρεπε να ζει, το τι να σπουδάσει, το πως να βιοποριστεί κτλ.; Στα εύκολα έθεταν όρους, ενώ στα δύσκολα τι παίζει;;; κάνουν τη πάπια;;

Η γυναίκα αυτή μου είπε ότι δεν ήθελε να την βοηθήσω εγώ. Έχω αξιοπρέπεια μου είπε. Έχω και οικογένεια.. ( ναι καλά την είδαμε, σκέφτηκα αλλά δεν της το είπα).

Ελπίζω να είναι καλά όπου και αν βρίσκεται.

Vale
Απών/απούσα

Διαβολική σύμπτωση. / Φίλε Ofios καλή χρονιά με υγεία και ό,τι καλύτερο σε όλους σας.
-Θυμάσαι το σχόλιο με τον Moby;Ε!Λοιπόν, σειρά μου οι διαβολικές συμπτώσεις./Προσπαθούσα να καταφέρω τον Ρόμπερτ Πεν / (όλα για το ποδήλατο) και το παράτησα λίγο πριν σε διαβάσω.Στο οπισθόφυλλο λέει: Το ποδήλατο μου σώζει τη ζωή κάθε μέρα.[...]

Να είσαι πάντα καλά. / Eσύ & το ποδήλατο.

Σημ. ;)

κωστάνζα
Εικόνα κωστάνζα
Απών/απούσα

τα γράφεις, Όφιε, μπράβο σου.

Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια