Η ζωή επιστρέφει στα καμένα της Πάρνηθας

2 σχόλια / 0 νέα/ο
Τελευταία δημοσίευση
exomail2003
Εικόνα exomail2003
Απών/απούσα

Η ζωή επιστρέφει στα καμένα της Πάρνηθας

Πλατύφυλλα δέντρα και πεύκα αναγεννώνται χωρίς παρέμβαση - Αναδάσωση για την ελάτη Του Σπ. Νταφη *
Αυτή την εβδομάδα ολοκληρώνονται, όπως όλα δείχνουν, οι εργασίες αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων στην Πάρνηθα. Αν και θεωρείται ότι όλα έγιναν «όπως πρέπει» και μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα, όσοι γνωρίζουν εξηγούν ότι το στοίχημα με τον καιρό παραμένει. Εφόσον οι βροχές έρθουν σταδιακά, δεν θα υπάρχουν προβλήματα. Στην περίπτωση καταιγίδων είναι σίγουρο ότι θα συμβούν καταστροφές. Οσον αφορά επίσης τις παρεμβάσεις για την αναγέννηση του καμένου δάσους στην περιοχή, οι επιστήμονες συζητούν για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι τα πρώτα προβλήματα έκαναν ήδη την εμφάνισή τους, καθώς είναι δύσκολο να βρεθεί σπόρος ελάτης στις γειτονικές των καμένων περιοχές.
Ο ομότιμος καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ κ. Σπ. Ντάφης, μέλος του διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, ειδικός στα θέματα αναγέννησης των δασών, έλαβε μέρος σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή του Εθνικού Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Δρυμού, το δασαρχείο Πάρνηθας και τη Διεύθυνση Αναδασώσεων προκειμένου να συνεισφέρει με την πείρα του, στην ανταλλαγή απόψεων για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος στην Πάρνηθα. Ο ίδιος ο κ. Ντάφης μιλώντας στη «Κ» επισήμανε ότι μεγάλο πρόβλημα όσον αφορά την αναγέννηση του δάσους αποτελεί ο μεγάλος πληθυσμός ελαφιών που βρίσκονται στην Πάρνηθα, κάποια από τα οποία θα μπορούσαν να μεταφερθούν στο κτήμα Τατοΐου. Στο παρακάτω άρθρο εξηγεί την αναγκαιότητα των εργασιών που πραγματοποιούνται στην Πάρνηθα και το τι πρέπει να γίνει όσον αφορά την αναγέννηση του δάσους.
Επειτα από μια πυρκαγιά σε ένα ορεινό δάσος, όπως αυτό της Πάρνηθας, έχουμε να αντιμετωπίσουμε δύο προβλήματα κατά σειρά ιεράρχησης. Το πρώτο και άμεσο πρόβλημα αφορά τη διάβρωση του εδάφους και τον κίνδυνο πλημμυρών, που μπορεί να αποβούν το ίδιο καταστροφικές με την πυρκαγιά αυτή καθαυτή.
Λόγω των υψηλών θερμοκρασιών που αναπτύσσονται στην επιφάνεια του εδάφους και της τέφρας, δημιουργείται ένα υδρόφοβο στρώμα, μια κρούστα, πάχους 5 - 6 χιλιοστών, το οποίο εμποδίζει το νερό της βροχής να διηθηθεί μέσα στο έδαφος και το αναγκάζει να απορρέει επιφανειακά. Με αυτόν τον τρόπο, το ποσοστό της βροχής που απορρέει επιφανειακά, από 1,5 - 5% που ήταν πριν από την πυρκαγιά μπορεί να φθάσει στα 85 - 90% με ταυτόχρονη αύξηση της παρασυρτικής δύναμης του νερού, με αποτέλεσμα τη διάβρωση του εδάφους και την πρόκληση καταστροφικών πλημμυρών.
Για την αποτροπή αυτών των κινδύνων δημιουργούμε κλαδοπλέγματα, κορμοσειρές και κορμοφράγματα. Κόβουμε τους κορμούς των καμένων δένδρων και τους τοποθετούμε στο έδαφος, παράλληλα με τις ισοϋψείς (κορμοσειρές) ή δημιουργούμε κορμοφράγματα τοποθετώντας δύο κορμούς τον έναν επάνω στον άλλον ή όταν δεν έχουμε χονδρούς κορμούς δημιουργούμε κλαδοπλέγματα, τα οποία διατάσσονται επίσης παράλληλα με τις ισοϋψείς. Επίσης δημιουργούνται μικρά κορμοφράγματα στις κοίτες των δευτερευόντων ρεμάτων για την αποφυγή διάβρωσης των πρανών τους και για τη συγκράτηση των παρασυρόμενων στερεών υλικών.
Ετσι, πετυχαίνουμε τρία πράγματα: σπάμε την υδρόφοβη κρούστα και συνεπώς αυξάνουμε τη διηθητική ικανότητα του εδάφους, μειώνουμε την ταχύτητα και συνεπώς την παρασυρτική δύναμη του νερού, περιορίζοντας τη διάβρωση του εδάφους, και αναγκάζουμε το νερό να διηθηθεί μέσα στο δασικό έδαφος. Τα έργα αυτά έχουν περισσότερο αντιδιαβρωτικό και λιγότερο αντιπλημμυρικό χαρακτήρα, παρότι μειώνουν σημαντικά τις πλημμυρικές αιχμές, γι' αυτό είναι ίσως σκόπιμο να συμπληρώνονται με αντιπλημμυρικά έργα στο πεδινό τμήμα των κοιτών απορροής των ρεμάτων.
Χαλέπιος και μαύρη πεύκη
Το δεύτερο πρόβλημα αφορά την αποκατάσταση του καμένου δάσους. Στην περίπτωση της Πάρνηθας, τα καμένα δάση ανήκουν σε δύο κλιματικές ζώνες. Στη μεσογειακή ζώνη, η οποία καλύπτεται από δάση χαλεπίου πεύκης, και στη ζώνη των ορεινών μεσογειακών κωνοφόρων της μαύρης πεύκης και της ελληνικής (κεφαλληνιακής) ελάτης.
Σε ό,τι αφορά τη χαλέπιο πεύκη, είναι ένα είδος προσαρμοσμένο στις πυρκαγιές και αναγεννάται εύκολα έπειτα από αυτές. Η χαλέπιος πεύκη ανθοφορεί σχεδόν κάθε έτος και οι κώνοι της ωριμάζουν την τρίτη άνοιξη, μετά τη γονιμοποίησή τους. Μετά την ωρίμανση οι κώνοι δεν ανοίγουν, αλλά παραμένουν κλειστοί για 10, 15 ή και περισσότερα έτη με φυτρώσιμους σπόρους. Οι κλειστοί κώνοι δεν καίγονται και ούτε ανοίγουν κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς. Αν όμως επισκεφθεί κανείς ένα καμένο δάσος χαλεπίου πεύκης 2 ημέρες (48 ώρες) μετά την πυρκαγιά θα διαπιστώσει μια βροχή από σπόρους που πέφτουν στο έδαφος. Οι σπόροι αυτοί φυτρώνουν το φθινόπωρο και αφού έχουν πέσει τουλάχιστον 25 mm βροχής, που σημαίνει ότι υπάρχει αρκετή υγρασία στο έδαφος. Σημαντικό ρόλο στην επιτυχία της φυσικής αναγέννησης της χαλεπίου πεύκης παίζει η λαδανιά, η οποία εμφανίζεται σε αφθονία μετά την πυρκαγιά. Η λαδανιά αφενός προστατεύει τα νεαρά φυτάρια από την άμεση ηλιακή ακτινοβολία και αφετέρου, καθώς ο μύκητας που δημιουργεί μυκόρριζα στη λαδανιά δημιουργεί επίσης μυκόρριζα στη χαλέπιο πεύκη, αυξάνεται μέχρι και 100 φορές η ικανότητα πρόσληψης νερού από τις ρίζες και συνεπώς η δυνατότητα επιβίωσης των φυταρίων.
Εφόσον λοιπόν τα δένδρα που κάηκαν έχουν μια ηλικία μεγαλύτερη των 15 ετών, η φυσική αναγέννηση της χαλεπίου πεύκης είναι εξασφαλισμένη και δεν χρειάζεται καμία αναδάσωση. Σε ό,τι αφορά τα πλατύφυλλα είδη, είτε είναι αυτά αείφυλλα όπως ο πρίνος, η αριά κ.λπ. είτε είναι φυλλοβόλα όπως τα πλατάνια, οι λεύκες, οι δρύες κ.λπ., ανανεώνονται πολύ γρήγορα μετά την πυρκαγιά. Στην Πάρνηθα ήδη έχουν πρεμνοβλαστήσει δίνοντας το πρώτο ελπιδοφόρο μήνυμα. Εχουν επίσης βλαστήσει τα πρώτα φθινοπωρινά βολβογεώφυτα όπως τα κυκλάμινα, οι διώχτρες, οι κρόκοι.
Διαφορετικά όμως είναι τα πράγματα στα δάση των ορεινών μεσογειακών κωνοφόρων, όπως της μαύρης πεύκης και της ελάτης. Η μαύρη πεύκη με τον χονδρό φλοιό της είναι προσαρμοσμένη σε έρπουσες πυρκαγιές οι οποίες διευκολύνουν τη φυσική αναγέννησή της, αλλά δεν αντέχει σε επικόρυφες πυρκαγιές και δεν αναγεννάται φυσικά έπειτα από αυτές. Η ελάτη δεν είναι προσαρμοσμένη ούτε στις έρπουσες ούτε στις επικόρυφες πυρκαγιές. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί να χρειαστεί να επέμβουμε τεχνητά με αναδασώσεις.
Για τη μαύρη πεύκη, το εγχείρημα είναι σχετικά εύκολο και μπορούν να χρησιμοποιηθούν σπορές ή φυτεύσεις με μονοετή ή διετή φυτάρια, γυμνόρριζα ή βωλόφυτα (με ριζόχωμα). Εκεί που πρέπει να δοθεί προσοχή είναι στην επιλογή της περιοχής προέλευσης του υλικού σποράς που πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο κοντά προς τις καμένες επιφάνειες.
Κεφαλληνιακή ελάτη
Για την ελάτη τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, γιατί είναι ένα είδος που δημιουργεί τελικές φυτοκοινωνίες και συνεπώς είδος με μικρότερο εύρος οικολογικής ανοχής. Μπορεί όμως και εδώ να χρησιμοποιηθούν φυτεύσεις τετραετών φυταρίων, τα οποία έχουν σκληρυνθεί τα 2 τελευταία χρόνια (τρίτο, τέταρτο) πριν από τη φύτευση. Δεν χρειάζεται πάντοτε προδάσος και εξηγώ γιατί. Υπάρχει διαφορά μεταξύ δασικού εδάφους, το οποίο έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε χούμο, και ορυκτού εδάφους, έπειτα από πυρκαγιά, γιατί η ελάχιστη ποσότητα υγρασίας που απαιτείται για την επιβίωση των φυταρίων ανέρχεται στο μισό μέχρι και το ένα τρίτο στο ορυκτό έδαφος από ό,τι στο χουμώδες δασικό έδαφος. Αν επισκεφθεί κάποιος ένα δάσος ελάτης θα δει ότι ακόμα και τα ηλιαζόμενα πρανή των δασικών δρόμων είναι γεμάτα από φυτάρια ελάτης. Στον Ταΰγετο βλέπει κανείς την ελάτη να εγκαθίσταται σε εγκαταλειμμένους αγρούς. Συνεπώς μπορούμε να εγκαταστήσουμε την ελάτη και χωρίς προδάσος και εδώ παίζει μεγάλο ρόλο η περιοχή προέλευσης των σπόρων.
* Ο κ. Σπ. Ντάφης είναι ομότιμος καθηγητής Δασολογίας του ΑΠΘ και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας.

Πρακτικά Ημερίδας με θέμα:

«ΔΑΣΙΚΕΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ -

Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ»

 

Διοργάνωση: Σύλλογος Μεταπτυχιακών Φοιτητών του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών

 

Αθήνα, 20 Ιουλίου 2007

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Επιμέλεια Κειμένου:

Παππάς Γεώργιος

Διαλυνάς Κωνσταντίνος

Χατζάκη Μαρία

Αθανασοπούλου Ελένη

Αθήνα 2007

Περιεχόμενα

 

Εισαγωγή - Στόχος της εκδήλωσης 3

1. Το Οικοσύστημα της Πάρνηθας 5

1.1 Η ταυτότητα του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας 5

1.2 Διαχείριση προστατευόμενων περιοχών με βάση την Ευρωπαϊκή νομοθεσια _ 10

2. Σχέση δάσους- φωτιάς 12

2.1 Σχέση φωτιάς και Μεσογειακών Οικοσυστημάτων, Μηχανισμοί Αναγέννησης 12

2.2 Η καμένη έκταση της Πάρνηθας 13

2.3 Δράση που πρέπει να αποφευχθεί 14

3. Εφαρμογές της τεχνολογίας στην πρόληψη, αντιμετώπιση και επιτήρηση _ 17

3.1 Δορυφορική Τηλεπισκόπηση_ 17

3.2 Σύστημα Firementor 18

4. Περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την πυρκαγιά στην Πάρνηθα _ 20

4.1 Επιπτώσεις στη θερμοκρασία της περιοχής της Αθήνας 20

4.2 Πλημμυρικός Κίνδυνος 23

5. Συμπεράσματα _ 26

6. Πρόγραμμα Ημερίδας 28

Εισαγωγή - Στόχος της εκδήλωσης

Ο Σύλλογος Μεταπτυχιακών Φοιτητών του τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών την Παρασκευή 20 Ιουλίου 2007 διοργάνωσε ημερίδα με θέμα: «ΔΑΣΙΚΕΣ ΠΥΡΚΑΓΙΕΣ - Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΝΗΘΑΣ».  

 

Αφορμή γι' αυτή την πρωτοβουλία απετέλεσαν δύο ταυτόχρονα γεγονότα που μας συγκλόνισαν όλους. Από την μία η καταστροφή ενός μεγάλου μέρους του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας, όπου σύμφωνα με ανακοίνωση του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., κάηκαν 20,488 στρέμματα ελάτης, επί συνόλου 29,500 στρεμμάτων και από την άλλη η καταστροφή που υπέστη το Πήλιο, όπου κάηκαν περίπου 50,000 στρέμματα δασικής έκτασης. Η καταστροφή όμως δεν σταματά εκεί, με τις πυρκαγιές τις τελευταίες εβδομάδες να κατακαίνε όλη την Ελλάδα, ενώ ο εμπρησμός στον Υμηττό έφερε τη φωτιά μια ανάσα από τον χώρο της Πανεπιστημιούπολης.

 

Οι καταστροφές είναι η αφορμή που μας έδωσε έναν στόχο για αυτή την εκδήλωση και ο στόχος αυτός είναι η ενημέρωση όσων συμμετέχουν, έτσι ώστε να είναι σε θέση να διεκδικήσουν με την ουσιαστική έννοια του «ενεργού» πολίτη, δηλαδή του   ενημερωμένου και δραστήριου πολίτη, την λήψη των ορθών μέτρων για την αντιμετώπιση των συνεπειών των πυρκαγιών.

 

Η ενημέρωση προκειμένου να αποτελέσει την αναγκαία αρχική συνθήκη για την ενεργοποίηση των πολιτών προς την σωστή κατεύθυνση πρέπει να είναι βασισμένη σε επιστημονικά δεδομένα και κριτήρια προκειμένου να γνωρίζουμε,

 

  • τι είναι το δάσος και ποια είναι η αξία του για εμάς,

 

  • ποια είναι η σχέση του δάσους με τη φωτιά και πως το δάσος αντιμετωπίζει τις πυρκαγιές,

 

  • τι πρέπει να κάνουμε εμείς για το δάσος και τι ΔΕΝ πρέπει να κάνουμε στο δάσος μετά από μια φωτιά,

 

  • τι δυνατότητες μας προσφέρει η τεχνολογία, αρχικά για την πρόληψη των πυρκαγιών και μετά για την αντιμετώπισή τους και την επιτήρηση των καμένων εκτάσεων

 

  • και τέλος ποιες είναι οι επιπτώσεις στο περιβάλλον από μία πυρκαγιά.

 

Τα παραπάνω σημεία περιστρέφονται γύρω από το συγκεκριμένο παράδειγμα της Πάρνηθας, αλλά όσα παρουσιάζονται στη συνέχεια έχουν γενική αξία και εφαρμογή. Για το λόγο αυτό προσκαλέσαμε ειδικούς από τα σχετικά επιστημονικά πεδία, να μοιραστούν μαζί μας τις γνώσεις τους και την εμπειρία τους. Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τους προσκεκλημένους ειδικούς επιστήμονες για την άμεση και ουσιάστική ανταπόκρισή τους.

 

Ευχαριστούμε λοιπόν:

 

-τον Δρ. Γ. Καρέτσο και την Δρ. Ε. Δασκαλάκου, ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.

-την Αν. Καθ. Μ. Αριανούτσου, τον Δρ. Δ. Καζάνη και τον Π. Ανδριόπουλο, Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ,

-τον κ. Ι. Πεταμίδη, Δασολόγο, Διευθυντής της Διεύθυνσης Δασών Αττικής,

 -τον Δρ. Ν. Σηφάκι, τον Δρ. Χ. Κοντοέ, και την Δρ. Ι. Κεραμιτσόγλου, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών

-τον Επ. Καθ. Β. Βεσκούκη και τον Χ. Ιωσηφίδη, Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων

-την Επ. Καθ. Έ. Φλόκα, Τμήμα Φυσικής ΕΚΠΑ

-και τέλος τον Καθ. Ε. Λέκκα, Τμήμα Γεωλογίας ΕΚΠΑ

 

Θα θέλαμε ακόμα να ευχαριστήσουμε το τμήμα Φυσικής και τον Πρόεδρο του, Αναπληρωτή Καθηγητή κ. Τριμπέρη για την υποστήριξή του στην διοργάνωση αυτής της ημερίδας, καθώς και όλους όσοι μας τίμησαν με την παρουσία τους.

 

Κλείνοντας αυτόν τον πρόλογο, θα πρέπει να σχολιάσουμε ότι η αποτίμηση των αξιών και των πεπραγμένων τόσο σε κοινωνικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο με καθαρά οικονομικά κριτήρια δεν αποτελούν συγκυρία, αλλά πάγια αντίληψη όλων. Οι επιλογές μας έχουν εμποτιστεί με το κριτήριο της οικονομικής εκμετάλλευσης ακόμα και σε θέματα που άπτονται κοινωνικής και οικολογικής συνείδησης, όπως η σχέση του δάσους με τον άνθρωπο. Όμως, το οικονομικό δεν είναι το μόνο σύστημα αξιών. Ένας άνθρωπος σε πρώτες ύλες μπορεί να αξίζει μερικά ευρώ, η αξία του όμως είναι ανεκτίμητη. Έτσι και το δάσος, μπορεί να έχει κάποια πεπερασμένη οικονομική αξία όταν οικοπεδοποιείται, η αξία του όμως ως δάσος είναι ανεκτίμητη.

 

 

 

 

1. Το Οικοσύστημα της Πάρνηθας

1.1 Η ταυτότητα του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας

 

Ο εθνικός δρυμός της Πάρνηθας ιδρύθηκε το 1961 (ΒΔ 644/1961) και στην συνέχεια, με απόφαση του Υπουργείου Γεωργίας (25638/1969), κυρήχθηκε προστατευόμενο τοπίο εξαιρετικού κάλλους. Σύμφωνα με οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (79/409/ΕΟΚ) αποτελεί σημαντική περιοχή για την άγρια ορνιθοπανίδα, ενώ έχει ενταχθεί στο Δίκτυο Natura 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ) με τον κωδικό GR3000009.

 

Ο Εθνικός Δρυμός της Πάρνηθας συνίσταται από τον πυρήνα που καταλαμβάνει τον κεντρικό όγκο του βουνού (έκταση 38.000 στρ.) και την περιφερειακή ζώνη (έκταση 220.000 στρ.). Το μεγαλύτερο μέρος του πυρήνα (90%) καλυπτόταν από το μοναδικό δάσος της ενδημικής κεφαλληνιακής ελάτης (Abies cephalonica), το οποίο αποτελεί κατ' εκτίμηση το 1/12 του λεκανοπεδίου της Αττικής, ενώ στην περιφερειακή ζώνη επικρατούν τα δάση αειφύλλων-σκληροφύλλων (πουρνάρι, κουμαριές, αριές, σχίνα, φιλύκια κ.λπ) και τα υψηλά δάση χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis).    

 

Η πρόσφατη καταστροφική πυρκαγιά (27/6-1/7/2007) αποτελεί σταθμό στην ιστορία του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας καθώς, σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., κατέστρεψε 21.800 στρέμματα δάσους κεφαλληνιακής ελάτης (περίπου το 58% του δάσους Κεφαλληνιακής Ελάτης) και 20.400 στρέμματα δάσους χαλεπίου πεύκης. Σε αντιδιαστολή με το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., το Δασαρχείο εκτιμά την καμένη έκταση να ανέρχεται στα 60.000 στρέμματα.

 

Ο χάρτης που ακολουθεί (Διεθνιστικό σχέδιο του Εθνικού Δρυμού που  δημιουργήθηκε το 1995, αλλά δεν εφαρμόστηκε ποτέ) δείχνει πρωτογενώς τις ζώνες βλάστησης στην περιοχή της Πάρνηθας. Τα εύρη των υψομέτρων στα οποία μπορούν να αναπτυχθούν τα δάση ανάλογα με την πανίδα που περιλαμβάνουν είναι:

 

·        Τα δάση της Χαλεπίου Πεύκης αναπτύσσονται σε ύψη 500-1000 μέτρων

·        Τα δάση των αειφύλλων-πλατυφύλλων αναπτύσσονται σε ύψη  500-800 μέτρων και κατά περίπτωση μπορούν να ανεβαίνουν και σε λίγο μεγαλύτερα υψόμετρα ανάλογα με το αν το επιτρέπουν οι κλιματικές συνθήκες. Για παράδειγμα το πουρνάρι μπορεί να αναπτυχθεί και μέχρι τα 1200 μέτρα.

·        Το δάσος της κεφαλληνιακής ελάτης (ελατοδάσος) καταλαμβάνει τις υψηλότερες κορυφές του εθνικού δρυμού και αναπτύσσεται σε υψόμετρα περίπου από 800-1413 μέτρα που αποτελεί και την ψηλότερη κορυφή της Πάρνηθας.

·        Σε μικρές εκτάσεις, στις λεγόμενες ανωδασικές περιοχές, η βλάστηση είναι πολύ φτωχή, γεγονός που δικαιολογείται μόνο από την επέμβαση του ανθρώπινου παράγοντα και όχι από φυσικά αίτια. Παρά όμως το γεγονός αυτό οι περιοχές αυτές συγκεντρώνουν και τον μεγαλύτερο αριθμό των ενδημικών ειδών της περιοχής της Πάρνηθας.

Από φωτογραφίες της περιοχή από το έτος 1905 μπορούμε να παρατηρήσουμε εκτεταμένες περιοχές ελλιπούς βλάστησης που οφείλονταν στην υπερβόσκηση. Στην συνέχεια, ύστερα από 90 χρόνια και με μια οργανωμένη προσπάθεια εκ μέρους της δασικής υπηρεσίας, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το ελατοδάσος ανέκαμψε παρά τις διαπιστώσεις ότι υπήρχαν σαφή προβλήματα στην αναγέννησή του.

 

   

 

 

ΣΧΗΜΑ 1: Χάρτης των ζωνών βλάστησης της Πάρνηθας σύμφωνα με το Διεθνιστικό σχέδιο του 1995 για τον Εθνικό Δρυμό.

 

Το κλίμα της περιοχής είναι μεσογειακό με έντονα παρατεταμένα ξηρά καλοκαίρια και οι περισσότερες βροχοπτώσεις περορίζονται στην διάρκεια του χειμώνα γεγονός που θέτει και τον   περιοριστικό όρο σχετικά με την περίοδο στην οποία μπορούν να γίνουν οι αναδασώσεις (αν και εφ' όσον χρειάζονται για την περίπτωση της Πάρνηθας). Το 80% του βουνού αποτελείται από σκληρούς ασβεστόλιθους και ένα 20% από φλύσχη και σχιστόλιθους, οι οποίοι δημιουργούν βαθύτερα εδάφη και περισσότερο γόνιμα αλλά σημαντικά εκτεθειμένα και ευδιάβρωτα σε περιπτώσεις βροχών με μεγάλη ένταση. Ο ασβεστόλιθος αν και δεν διαβρώνεται εύκολα, εντούτοις δημιουργεί σκελετικά εδάφη με μικρή δυνατότητα αποκατάστασης.

 

Οι γεωλογικοί και εδαφικοί χάρτες που ακολουθούν συνοψίζουν τα χαρακτηριστικά του εδάφους και της γεωλογίας της Πάρνηθας, σημαντικά στοιχεία για την δυνατότητα αποκατάστασης του Εθνικού Δρυμού.

 

 

 

 

ΣΧΗΜΑ 2: Συνοπτικός χάρτης γεωλογικών χαρακτηριστικών της Πάρνηθας

 

 

 

 

ΣΧΗΜΑ 3: Συνοπτικός χάρτης εδαφολογικών χαρακτηριστικών της Πάρνηθας

 

Η χλωρίδα της περιοχής είναι (ήταν;) εξαιρετικά πλούσια με καταγεγραμμένα 1.093 είδη φυτών περίπου, εκ των οποίων τα 93 είναι ελληνικά ενδημικά (Απλαδά και Αμοργιανιώτης 2005). Νεότερα δεδομένα ανεβάζουν τον αριθμό των ειδών που συνθέτουν την χλωρίδα σε 1.096, 70 από αυτά είναι ελληνικά ενδημικά είδη και εξαπλώνονται στον πυρήνα του Δρυμού, δύο είδη αναφέρονται ως τοπικά ενδημικά της Πάρνηθας (Aplada et al 2007).

Στενά ενδημικά είδη:

·        Campanula celsii subsp. parnesia

·        Silene oligantha subsp. parnesia

 

 

 


 

ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Κατηγορίες ελληνικών ενδημικών ειδών της Πάρνηθας

 

Συγκεκριμένα, για την βιολογία της κεφαλληνιακής Ελάτης αναφέρουμε τα ακόλουθα:

 

Αποτελεί μόνοικο είδος που ανθεί κατά την περίοδο Μάιος - Ιούνιος. Τα θηλυκά της άνθη εμφανίζονται στους ετήσιους βλαστούς στα ψηλότερα τμήματα της κόμης, ως κιτρινοπράσινοι κωνίσκοι, ενώ τα αρσενικά άνθη (κόκκινοι ίουλοι), σε ομάδες στην κάτω πλευρά των ετησίων βλαστών, ως κόκκινοι ίουλοι. Η ωρίμανση των κώνων λαμβάνει χώρα κατά την περίοδο Σεπτέμβριος - Οκτώβριος του εκάστοτε έτους άνθησης ενώ η διασπορά των σερμάτων γίνεται τον μήνα Οκτώβριο. Το αναπαραγωγικό της στάδιο ανέρχεται σε ηλικία 20-25 ετών, ενώ σε φυσικούς πληθυσμούς στα 30-35 έτη. Η μέγιστη παραγωγή των σπερμάτων γίνεται σε ηλικία    60-100 έτη και ο αριθμός σπερμάτων ανά κώνο φθάνει τα 55-340 σπέρματα ανά κώνο (μέσος όρος 214 σπέρματα ανά κώνο). Διατηρεί πληροκαρπία κάθε 2-4 έτη με μέσο όρο στα 3 περίπου έτη.

   

Η Ελάτη εγκαθίσταται σε παλαιές καμένες περιοχές με την εμφάνιση πρώτα ακανθωδών θαμνώνων, οι οποίοι εξασφαλίζουν τις απαραίτητες συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας στα σπέρματα που θα βρεθούν εκεί για την ανάπτυξή τους, αλλά και την απαραίτητη προστασία από τα βόσκωντα ζώα. Σε παλαιότερες αναδασώσεις καμένων περιοχών ελατοδάσους με μαύρη πεύκη έχει παρατηρηθεί μια φυσική εγκατάσταση της ελάτης στις υπόσκιες περιοχές που δημιουργεί το δάσος της μαύρης Πεύκης. Αν και δεν υπάρχει εμπειρία και τεκμηριωμένη επιστημονική γνώση στο ζητημα αυτό, ίσως μια πιθανή τεχνική δασοκομικής για την αποκατάσταση του ελατοδάσους είναι η δημιουργία ενός προδάσους μαύρης πεύκης.

 

Σε πρόσφατη μελέτη της φυσικής αναγέννησης της κεφαλληνιακής ελάτης (Σταματόπουλος 1995) αναφέρεται ότι τα δυνητικά φυτρώσιμα σπέρματα από τον πληθυσμό της Πάρνηθας είναι πολύ λίγα (11%).

 

Τα ερωτήματα που εγείρονται με βάση τα παραπάνω είναι τα εξής:

 

·        ποιο το μέλλον των αυτοφυών πληθυσμών των ενδημικών και σπάνιων φυτών του Εθνικού Δρυμού μετά από τη φωτιά;

 

·        ποια μέθοδος πρέπει να ακολουθηθεί για την αποκατάσταση του καμένου ελατοδάσους;

 

 

1.2 Διαχείριση προστατευόμενων περιοχών με βάση την Ευρωπαϊκή νομοθεσια

 

Με βάση τη Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα (Ρίο, 1992), η  στρατηγική που ακολουθείται από την ΕΕ είναι να διακοπεί η απώλεια της βιολογικής ποικιλότητας μέχρι το 2010.

Η επίτευξη του στόχου αυτού θα πραγματοποιηθεί με βάση ακόλουθες αρχές:

 

·        Τα είδη και τα οικοσυστήματα χρειάζονται χώρο

·        Χωρίς βιοποικιλότητα δε θα υπάρχει γεωργία

·        Δρόμοι, εργοστάσια και κατοικίες καταστρέφουν τα φυσικά ενδιαιτήματα φυτών και ζώων

·        Η παγκόσμια κλιματική αλλαγή θα αλλοιώσει τα φυσικά ενδιαιτήματα

·        Τα ξενικά είδη απειλούν την ιθαγενή χλωρίδα και πανίδα

·        Η βιολογική ποικιλότητα είναι τα θεμέλια της βιώσιμης ανάπτυξης

 

Σκοπός της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (άρθρο 2) είναι «να συμβάλει στην προστασία της βιολογικής ποικιλομορφίας, μέσω της διατήρησης των φυσικών οικοτόπων, καθώς και της άγριας χλωρίδας και πανίδας».

Ως διατήρηση ορίζεται  «ένα σύνολο ?έτρων που απαιτούνται για να διατηρηθούν ή να αποκατασταθούν οι φυσικοί οικότοποι και οι πληθυσ?οί ειδών αγρίας χλωρίδας και πανίδας σε ικανοποιητική κατάσταση» (άρθρο 1)

Με βάση την οδηγία αυτή ως Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο Περιοχών χαρακτηρίζονται οι:

·        Ζώνες Ειδικής Προστασίας (πουλιά, Οδηγία 79/409/ΕΟΚ) και

·        Τόποι Κοινοτικής Σημασίας που σημαίνει Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ)

 

Τα Κράτη Μέλη υποχρεούνται να καταρτίζουν για όλες τις ΕΖΔ μέτρα διατήρησης, δηλαδή «προτεραιότητες για την διατήρηση σε ικανοποιητική κατάσταση των οικοτόπων και των ειδών κοινοτικού ενδιαφέροντος» (άρθρο 4)

 

Επίσης, προβλέπει τη διαχείριση των περιοχών του Δικτύου Natura 2000 με σκοπό τη διατήρηση της φύσης. Συγκεκριμένα, οι διατάξεις του άρθρου 6 της οδηγίας για τα ενδιαιτήματα ( Ε.Ε. 2000) αναφέρει ότι «τα μέτρα διατήρησης πρέπει να αντιστοιχούν στις οικολογικές απαιτήσεις των φυσικών τύπων ενδιαιτημάτων του παραρτήματος Ι και των ειδών του παραρτήματος ΙΙ που απαντούν στην εκάστοτε περιοχή. Οι οικολογικές απαιτήσεις των εν λόγω τύπων φυσικών ενδιαιτημάτων και ειδών περικλείουν όλες τις οικολογικές ανάγκες που πρέπει να ικανοποιούνται, για να εξασφαλιστεί η ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, μπορούν δε να ορίζονται μόνο κατά περίπτωση και με βάση της επιστημονικές γνώσεις.»

 

 

Το 2006 δημοσιεύτηκε ο τελικός κατάλογος βάσει της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για την Εφαρμογή στην Ελλάδα που περιλαμβάνει:

151 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)

239 Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)

 

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας συμπεριλήφθηκε και στις δύο κατηγορίες (ΖΕΠ+ΤΚΣ).

 

 

Από τα φυτά που έχουν έως σήμερα καταγραφεί περιλαμβάνονται στους καταλόγους των προστατευόμενων ειδών τα παρακάτω:

 

·        Στο Παράρτημα Ι της Σύμβασης της Βέρνης: Fritillaria obliqua Ker-Gawler

·        Στο Π. Δ. 67/1981: Asperula baenitzii, Verbascum delphicum, Asperula pulvinaris, Fritillaria obliqua, Johrenia distans

·        Στο Κόκκινο Βιβλίο για τα Σπάνια και Απειλούμενα Φυτά της Ελλάδας: Asperula baenitzii και Fritillaria obliqua

·        Στα Παραρτήματα ΙΙ και IV της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ:

Κανένα στο Παράρτημα ΙΙ

Μόνο Fritillaria obliqua Ker-Gawler στο Παράρτημα IV

 

 

Τα ερωτήματα που εγείρονται, όμως, για την Πάρνηθα είναι

 

·        Επαρκούν οι οικότοποι και τα είδη στα Παραρτήματα της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας στην Πάρνηθα;

·        Τι γίνεται με τα δάση της κεφαλληνιακής ελάτης;

·        Ποια είναι τα είδη φυτών του Παραρτήματος ΙΙ στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας;

·        Κατά πόσο θα ήταν επαρκές η στρατηγική για τη διαχείριση του Εθνικού Δρυμού της Πάρνηθας να βασιστεί στις έως σήμερα δημοσιευμένες εργασίες;

·        Θα ληφθούν υπόψη οι οικολογικές απαιτήσεις τουλάχιστον των σπάνιων φυτών στη διαχείριση του Εθνικού Δρυμού;

 

 

2. Σχέση δάσους- φωτιάς

 

2.1 Σχέση φωτιάς και Μεσογειακών Οικοσυστημάτων, Μηχανισμοί Αναγέννησης

 

Η φωτιά είναι ένας περιβαλλοντικός παράγοντας που έχει δράσει κατ΄ επανάληψη στα Μεσογειακά Οικοσυστήματα, έτσι ώστε να θεωρούνται ως τύποι πυρο-επαγόμενοι ή πυρο-προσαρμοσμένοι.

 

Συγκεκριμένα τα φυτά αναπτύσσουν προσαρμοστικές στρατηγικές, έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τη δράση της φωτιάς με:

  • το σχηματισμό μόνιμων εδαφικών τραπεζών από σκληροπεριβληματικά σπέρματα (Leguminosae, Cistaceae)
  • την παραγωγή σκληρών καρπών που σχηματίζουν επίγειες τράπεζες σπερμάτων (Pinaceae)
  • την παραγωγή οφθαλμών στη βάση του βλαστού ('τράπεζα οφθαλμών'), όπως στους περισσότερους αείφυλλους θάμνους
  • το σχηματισμό υπόγειων βολβών, όπως στα περισσότερα γεώφυτα

 

Μετά την πυρκαγιά το δάσος ακολουθεί τις εξής φάσεις αναγέννησης:

 

·        Φάση Ι: 1ο μεταπυρικό έτος

Περιλαμβάνει τη διάκριση δύο ορόφων, τα χαμηλά ποσοστά κάλυψης, την επικράτηση ποώδους βλάστησης, τον πλούτο και την αφθονία ψυχανθών

·        Φάση ΙΙ: 2ο - 4ο μεταπυρικό έτος

Περιλαμβάνει την ανάπτυξη ορόφου χαμηλων θάμνων, τα υψηλά ποσοστά κάλυψης, την επικράτηση ποώδους βλάστησης, τον εμπλουτισμό φυτοκοινότητας, τον πλούτο και αφθονία ψυχανθών, την αφθονία αγρωστωδών.

·        Φάση ΙΙΙ: 4ο - 9ο μεταπυρικό έτος

Περιλαμβάνει την επικράτηση ξυλώδους βλάστησης, την κυριαρχία ορόφου ψηλών ή χαμηλών θάμνων, τον μειωμένο αριθμός ειδών και την μειωμένη αφθονία ποωδών

·        Φάση ΙV: 2η μεταπυρική δεκαετία

Πραγματοποιείται ο σχηματισμός δενδρώδους ορόφου με ενισχυμένη συμμετοχή Pinus halepensis και ο πρόσκαιρος εμπλουτισμός φυτοκοινότητας

·        Φάση V: μετά το 40ο έτος

Παρατηρείται δασική φυσιογνωμία βλάστησης με σαφή διάκριση τριών ορόφων και πλούτος ειδών ανάλογος του τύπου της φυτοκοινότητας

 

Η μέχρι σήμερα δημοσιευμένη επιστημονική γνώση τεκμηριώνει με απόλυτη βεβαιότητα την ισχυρή δυνατότητα που διαθέτουν τα δάση της Χαλεπίου Πεύκης να αναγεννηθούν μετά τη φωτιά χωρίς καμία ανθρώπινη παρέμβαση. Όπως διαπιστώθηκε, τα δάση που κάηκαν ήταν ώριμα και διέθεταν επαρκή αριθμό κώνων και σπερμάτων, και ως εκ τούτου είναι απολύτως βέβαιο ότι θα ξαναδώσουν γένεση σε νέα άτομα Πεύκης μετά τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου, υπό την προϋπόθεση ότι θα τα αφήσουμε "στην ησυχία τους".

Οι κλιματικές συνθήκες, όμως, που επικρατούν στη ζώνη των μεσογειακών πευκοδασών και θαμνώνων διαφοροποιούνται στη ζώνη ανάπτυξης των ελατοδασών (δεν καταγράφονται τόσο παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας, το ύψος βροχόπτωσης είναι μεγαλύτερο, οι θερμοκρασίες του χειμώνα είναι σημαντικά χαμηλότερες ενώ κατά την ίδια περίοδο επικρατεί υδρονέφωση).

Εξελικτικά δεν υπήρξε, κατά συνέπεια, κάποιος ειδικός λόγος για να εφοδιαστούν τα ψυχρόβια είδη αυτά με ειδικούς μηχανισμούς απόκρισης απέναντι στη φωτιά, αφού αυτή δεν ήταν στοιχείο του φυσικού κύκλου ζωής τους. Έτσι, τα έλατα εφ' όσον δεν αναπτύσσονται σε κλιματικές συνθήκες που δεν είναι μεσογειακές, με τη στενή έννοια του όρου, δεν έχουν αντιμετωπίσει τη φωτιά ως μια κυκλικά επαναλαμβανόμενη φυσική διαταραχή και δεν γνωρίζουν πώς να αποκριθούν σ' αυτήν. Κατά συνέπεια αυτό δημιουργεί ένα μείζον πρόβλημα στην αναγέννηση των πληθυσμών τους και στο οικοσύστημα τους γενικότερα

 

2.2 Η καμένη έκταση της Πάρνηθας

 

Η καμένη έκταση ξεκινά από τις δυτικές υπώρειες της Πάρνηθας, πάνω από το οροπέδιο των Σκούρτων και φτάνει στη χαράδρα Χούνη (περιοχή Θρακομακεδόνων) καλύπτοντας μια έκταση που ξεπερνά σε μήκος τα 15 χλμ. και καλύπτεται κυρίως από πευκοδάση και ελατοδάση. Το τοπίο του καμένου πευκοδάσους παρουσιάζει ετερογένεια, καθώς συνυπάρχουν θέσεις άκαφτες με θέσεις στις οποίες η φωτιά είχε είτε μέτρια (τα πεύκα διατηρούν καψαλισμένο φύλλωμα) είτε μεγάλη ένταση (τα πεύκα διατηρούν μόνο καμένους κορμούς και λίγα κλαδιά). Στα χαμηλά υψόμετρα η φωτιά έκαψε κυρίως εκτάσεις με πευκοδάση. Η βλάστηση των οικοσυστημάτων αυτών αναμένεται να αναγεννηθεί άμεσα, αφού τα είδη που τη συνθέτουν έχουν στην πλειονότητά τους μηχανισμούς μεταπυρικής ανάκαμψης .

 

Εικόνα 1: Έκταση που κάηκε μεταξύ Αέρα (δυτικά)/ Κυράς (νότια) και χαράδρας της Χούνης (βόρεια), ενώ οι πλαγιές του Όρνιου και της Καραβόλας, καθώς και οι εκτάσεις βόρεια της χαράδρας Χούνη δεν κάηκαν (πρώτη εκτίμηση)

2.3 Δράση που πρέπει να αποφευχθεί

 

Με βάση τα παραπάνω, πρέπει να τονιστούν οι δράσεις που δεν πρέπει να λάβουν χώρα στον Δρυμό της Πάρνηθας, αλλά και συνολικά σε κάθε καμένη έκταση. Δεν θα πρέπει να εισέλθουμε στο δάσος είτε για να κόψουμε κορμούς ή κλαδιά για να κάνουμε κορμοδέματα (το οποίο θα αλλάξει τη χωροθέτηση των διαθέσιμων κώνων και σπερμάτων), είτε για να «διασπείρουμε χαλίκια και λίθους διότι μειώνουν τη διάβρωση», είτε για να ανοίξουμε λάκκους και να φυτέψουμε οποιοδήποτε είδος διαθέτουν τα ελληνικά φυτώρια. Είναι προφανές ότι η τοποθέτηση κορμών για την πιθανή αποφυγή της διάβρωσης του εδάφους θα έχει σαν άμεσο αποτέλεσμα την τροποποίηση της διαθεσιμότητας των σπερμάτων. Ως εκ τούτου, στις επίπεδες και με μικρή κλίση θέσεις δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση.

 

Μέχρι σήμερα, όπως προαναφέρθηκε, δεν υπάρχει δημοσιευμένη επιστημονική γνώση για την αναγέννηση της Κεφαλληνιακής Ελάτης μετά από φωτιά. Οι χειρισμοί που έχουν εφαρμοστεί μέχρι τώρα στις περιπτώσεις καμένων ελατοδασών ακολουθούν μια παγιωμένη τακτική, η οποία υποδεικνύει την αναδάσωση κυρίως με μαύρη πεύκη με στόχο τη δημιουργία μιας ομπρέλας, που θεωρείται ότι θα προσφέρει σκιά στα σπέρματα της ελάτης για να φυτρώσουν και στα μικρά έλατα για να αναπτυχθούν

Η φύση μας δείχνει όμως ότι τα σπέρματα της ελάτης όντως απαιτούν σκοτάδι και χαμηλές θερμοκρασίες για να φυτρώσουν, αλλά σύμφωνα με τις μέχρι τώρα μετρήσεις η μεγαλύτερη πυκνότητα νεαρών ατόμων ελάτης εντοπίζεται στα διάκενα που δημιουργούν μεταξύ τους τα ώριμα άτομα. Η αναδάσωση με μαύρη πεύκη μπορεί όντως να καταφέρει να λειτουργήσει ως το μέσο δημιουργίας σκότους στο καμένο έδαφος, αλλά γιατί δεν περιμένουμε να το κάνουν αυτό οι θάμνοι του υποορόφου του δάσους όταν αυτοί αναβλαστήσουν, όπως και θα γίνει πιθανότατα πολύ σύντομα; Γιατί πρέπει οι δράσεις μας να επιβάλλονται με μέτρο τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής; Έχουμε σκεφτεί ότι πρόκειται για ένα ζωντανό σύστημα με συγκεκριμένη δομή και δυναμικές σχέσεις και ότι εμείς πάμε να του βάλουμε εμβόλιμο έναν ξένο παράγοντα; Γνωρίζει κανείς με επιστημονική ασφάλεια πώς θα αντιδράσει αυτό το εύθραυστο σύστημα;

Είναι προτιμότερο και εντιμότερο να αφήσουμε το ελατοδάσος της Πάρνηθας να ανακάμψει μόνο του με όποιες διαδικασίες του επιτρέπουν τα όριά του (θα κοστίσει ίσως λιγότερο και στον Ελληνα φορολογούμενο αυτό).

Είναι σοβαρό λάθος να μετράμε την αξία ενός οικολογικού συστήματος, όπως είναι ένας Εθνικός Δρυμός, με τα ανθρώπινα μέτρα και να στοχεύουμε να τον μετατρέψουμε σε ένα περιαστικό δάσος ή ακόμη χειρότερα σε ένα άλσος. Αν ο στόχος της πολιτείας είναι αυτός, ας έχουν το θάρρος οι αρμόδιοι να το δηλώσουν. Τουλάχιστον αυτή τη φορά θα είναι συνεπείς με τις εξαγγελίες τους.

 

Οι μέχρι τώρα προσπάθειες αναδάσωσης έχουν οδηγήσει σε αμφιλεγόμενα, αν όχι καταστροφικά αποτελέσματα. Υπάρχει το παράδειγμα του Δρυμού του Σουνίου όπου στην προσπάθεια αποκατάστασης εισέβαλαν μπουλντόζες που εξυπηρετούσαν την ανάδευση αλλά όχι την αναδάσωση (Εικόνα 2), ενώ στην Πεντέλη στην προσπάθεια αποκατάστασης οργώθηκε το βουνό με τα αποτελέσματα που φαίνονται στην Εικόνα 3.

 

Εικόνα 2: Αναδασώσεις: τεχνική προετοιμασίας εδαφών / Εθνικός Δρυμός Σουνίου - μετά τη φωτιά του 1985

 

 

Εικόνα 3: Αναδασώσεις - τεχνική προετοιμασίας εδαφών. Η περίπτωση της Καλλιτεχνούπολης στην Πεντέλη.

 

 

Εικόνα 4: Αναδασώσεις - επιλογή ειδών / Πεντέλη φωτιά 2000

 

Η αναδάσωση με οποιοδήποτε φυτό μη ενδημικό αποτελεί πράξη οικολογικής αυτοκτονίας και οδηγεί στην αλλοίωση της ταυτότητας του οικοσυστήματος (Εικόνα 4). Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης από τον Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. περιελάμβαναν τη συλλογή ενός τόνου σπερμάτων κεφαλληνιακής ελάτης χωρίς να είναι γνωστός ο τρόπος πραγμάτωσης ενός τέτοιου εγχειρήματος ενώ δεν είχε ληφθεί μέριμνα για κάτι τέτοιο στο παρελθόν. Επίσης, ανακοινώθηκε ότι θα φυτευτούν, μεταξύ άλλων, είδη όπως η ψευδακακία και ο αείλανθος, είδη ξένα προς την ελληνική χλωρίδα. Το δεύτερο μάλιστα, προερχόμενο από την Κίνα, παράγει στις ρίζες του ουσίες που σε εκχύλισμα χρησιμοποιούνται ως ζιζανιοκτόνα Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να τονιστεί ότι για το είδος αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπανά εκατομμύρια ευρώ για να το εξοντώσει από τις περιοχές που έχει εισβάλει ( LIFE Focus / Alien species and nature conservation in the EU. The role of the LIFE program. 2000-2004) και εμείς έχουμε σκοπό να το εισάγουμε στην Πάρνηθα, διαπράττοντας ένα έγκλημα στο Δρυμό.

 

Συμπερασματικά, πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχει επιστημονική γνώση και μέθοδος που πρέπει, όμως, να ακουστεί. Πρέπει να χτιστεί ένα σύστημα που να τροφοδοτείται με σωστή οικολογική γνώση ( π.χ. πώς μεγαλώνουν τα δέντρα, πότε θα καλύψει η ανάπτυξη του υποορόφου το ποσοστό που δεν δημιουργεί διάβρωση). Οφείλουμε να θεμελιώσουμε κανόνες για την εφαρμογή τους σε συστήματα λήψης αποφάσεων που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία σε άλλες χώρες.

 

3. Εφαρμογές της τεχνολογίας στην πρόληψη, αντιμετώπιση και επιτήρηση

 

 

3.1 Δορυφορική Τηλεπισκόπηση

 

Με δεδομένο το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις ενέργειες μας απέναντι στα δάση, δ εδομένου ότι:

 

  • Τα δάση είναι πιο ευάλωτα (λόγω καταπόνησης και ξηρασίας)
  • Τα δάση θα γίνουν πιο σημαντικά (ως ρυθμιστές θερμοκρασίας και ρύπανσης)
  • Η αντιμετώπιση της φωτιάς γίνεται πιο δύσκολη (πιο εύφλεκτα, λειψυδρία).

 

Η νέα πρόκληση θα είναι, όχι μόνο να διαφυλάξουμε, αλλά και να ενδυναμώσουμε τα δάση προκειμένου να προστατευθεί η βιοποικιλότητα ενόψει των κλιματικών αλλαγών. Ας ανακαλύψουμε, επιτέλους, την πρόληψη και ας ενημερωθούμε για τα σύγχρονα μέσα αντιμετώπισης των δασικών πυρκαγιών όπως αυτά της δορυφορικής Τηλεπισκόπησης.

 

Τα συστήματα δορυφορικής  παρακολούθησης του δάσους βρίσκουν εφαρμογές σε τρία στάδια σε σχέση με τα συμβάντα πυρκαγιών:

1.      ΠΡΙΝ το συμβάν (πρόληψη): Η στρατηγική επιχειρησιακής αντιμετώπισης των πυρκαγιών σε συνδυασμό με την αξιολόγηση της επικινδυνότητα μπορούν να βασιστούν σε δορυφορικά δεδομένα μέσω Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών.

2.      ΚΑΤΑ το συμβάν (καταστολή): Σύγχρονες δορυφορικές εικόνες επιτρέπουν τον εντοπισμό και παρακολούθηση εστιών των πυρκαγιών καθ' όλη τη νύκτα και διαμέσου πυκνού καπνού, ενημερώνοντας έτσι τα επίγεια μέσα πυρόσβεσης με συνοπτικές πληροφορίες για την έκταση του μετώπου (ώστε να διαχωρίζουν τις ενεργές εστίες από τις εκείνες που σιγοκαίνε) αλλά και βοηθώντας στην ασφαλέστερη καθοδήγηση των εναέριων μέσων πυρόσβεσης. Επίσης η συγκριτική εκτίμηση όλων των μετώπων στο σύνολο της χώρας μπορεί να γίνει με μεγαλύτερη αξιοπιστία από ότι με οποιοδήποτε άλλο μέσο ώστε να κατανεμηθούν βάσει αντικειμενικών κριτηρίων   οι πυροσβεστικές δυνάμεις.

3.      ΜΕΤΑ το συμβάν (επιπτώσεις και αποκατάσταση): Με δορυφορικά μέσα είναι δυνατή η ταχύτατη, ακριβής και λεπτομερής χαρτογράφηση των καμένων περιοχών και η κατανομή τους ανά κατηγορία κάλυψης γης. Με χρήση δεδομένων πολύ υψηλής διακριτικής ικανότητας πραγματοποιείται και η συνεχής επιτήρηση των καμένων περιοχών π.χ., για έλεγχο καταπατήσεων.

 

Η Ομάδα Τηλεπισκόπησης του Ινστιτούτου Διαστημικών Εφαρμογών και Τηλεπισκόπησης (ΙΔΕΤ) του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) διαθέτει πλήρη υποδομή, κατάλληλη τεχνογνωσία και τα απαραίτητα δορυφορικά δεδομένα που μπορούν να αξιοποιηθούν σε επιχειρησιακό επίπεδο για την παροχή αντίστοιχων υπηρεσιών και προϊόντων στους ενδιαφερόμενους φορείς.

 

 

 

3.2 Σύστημα Firementor

 

Στην ημερίδα παρουσιάστηκε το σύστημα firementor το οποίο αναπτύχθηκε από το ΕΜΠ στα πλαίσια ερευνητικού προγράμματος "Ανταγωνιστικότητα" του Υπουργείου Ανάπτυξης. Το firementor (www.firementor .com) είναι ένα καινοτομικό ολοκληρωμένο σύστημα για τον προγραμματισμό, την υποστήριξη της επιχειρησιακής αντιμετώπισης και την υποστήριξη αποφάσεων και σχεδιασμού σχετικά με τη διαχείριση δασικών πυρκαγιών. Αποτελείται από ένα δίκτυο αισθητήρων που τοποθετούνται μέσα στο δάσος και επιτηρούν σε πραγματικό χρόνο τη θερμοκρασία του, σε συνδυασμό με λογισμικό που υλοποιεί μαθηματικά μοντέλα για την προσομοίωση της πυρκαγιάς, την διαχείριση μέσων επέμβασης, και τη διαχείριση γνώσης και κανόνων αντιμετώπισης.

Σε περίπτωση πυρκαγιάς το δίκτυο αισθητήρων μας πληροφορεί  άμεσα για το ακριβές σημείο ή τα σημεία έναρξης, επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο τον εντοπισμό ταυτόχρονης ανάφλεξης σε πολλά σημεία που συνήθως υποδηλώνει εμπρησμό. Ακολούθως, παρακολουθεί την εξέλιξη της πυρκαγιάς, επουλώνοντας αυτόματα τις απώλειες αισθητήρων λόγω καταστροφής τους. Τα δεδομένα τροφοδοτούν το εξειδικευμένο λογισμικό το οποίο προσομοιώνει την εξέλιξη της πυρκαγιάς και μας επιτρέπει να γνωρίζουμε σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί τις επόμενες ώρες, με δεδομένα τα χαρακτηριστικά της βλάστησης, την τοπογραφία και τα μετεωρολογικά στοιχεία. Το λογισμικό παρέχει και άλλες υπηρεσίες, όπως η δρομολόγηση οχημάτων μέσα από το υπάρχον οδικό δίκτυο σε πολλαπλά μέτωπα, η τοποθέτηση οχημάτων πυρόσβεσης ή πολιτικής προστασίας με κριτήριο τη βέλτιστη κάλυψη της περιοχής, ο υπολογισμός του κινδύνου κατά την εκκένωση, και η διαχείριση κανόνων αντιμετώπισης πυρκαγιάς και σεναρίων προγραμματισμού και ετοιμότητας.

Το firementor μπορεί να αξιοποιηθεί από φορείς καταστολής, φορείς πολιτικής προστασίας, φορείς διαχείρισης δασών - περιβάλλοντος, τοπικές αρχές, εθελοντές, ΜΚΟ, κ.ά. τόσο κατά το σχεδιασμό, όσο και κατά την επιχειρησιακή αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Σε επίπεδο σχεδιασμού και βελτιστοποίησης της ετοιμότητας, το σύστημα παρέχει τις ακόλουθες υπηρεσίες:

1.      Υποστήριξη της κατανόησης δασικών πυρκαγιών, την εκπαίδευση εθελοντών και ομάδων πυρόσβεσης και την ενημέρωση πολιτών σε περιοχές κινδύνου

2.      Εργαλείο για τη διαμόρφωση πολιτικών και την υποστήριξη τοπικών αρχών στην προετοιμασία αντιμετώπισης δασικών πυρκαγιών

3.      Σύστημα υποστήριξης αποφάσεων για την υποστήριξη των αρχών πυρόσβεσης και επιχειρήσεων και την τεκμηρίωση χαρτών επικινδυνότητας εκδήλωσης δασικών πυρκαγιών

Σε επίπεδο επιχειρησιακής υποστήριξης το firementor παρέχει τα ακόλουθα:

1.      Εντοπισμό και εποπτεία πυρκαγιάς σε πραγματικό χρόνο, προειδοποίηση πιθανότητας φυσικής εκδήλωσης πυρκαγιάς, ακριβής κατεύθυνση πυροσβεστικών αεροσκαφών στο μέτωπο

2.      Προσομοίωση πυρκαγιάς και άμεσος εντοπισμός κινδύνων πολιτικής προστασίας, αξιοποίηση πραγματικών δεδομένων κατάστασης της εξέλιξης της πυρκαγιάς

3.      Διαχείριση γνώσης με υποστήριξη και παροχή επιχειρησιακών δράσεων

4.      Διαχείριση σεναρίων και συσχέτιση επιχειρησιακών καταστάσεων με δουλεμένα σενάρια

Στην πράξη αυτά σημαίνουν ότι με χρήση του συστήματος μπορεί να υποστηριχθεί η λήψη αποφάσεων σε θέματα όπως τα ακόλουθα:

·        Ποιοι δρόμοι θα επιβαρυνθούν περισσότερο σε περίπτωση εκκένωσης της περιοχής σε συνθήκη πανικού;

·        Τι θα συμβεί αν δεσμεύσουμε κάποιους δρόμους για επιχειρησιακή δράση;

·        Τι θα συμβεί αν διανοίξουμε νέους δασικούς δρόμους;

·        Πόσα οχήματα πυρόσβεσης χρειάζονται και σε ποια σημεία πρέπει να τοποθετηθούν ώστε να καλύπτεται όλη η δασική περιοχή σε ελάχιστο χρόνο;

·        Πόσα οχήματα παροχής υπηρεσιών πολιτικής υποστήριξης χρειάζονται και σε ποια σημεία πρέπει να τοποθετηθούν ώστε να καλύπτεται όλη η αστική περιοχή σε ελάχιστο χρόνο;

·        Ποια σημεία ιδιαίτερου ενδιαφέροντος θα κινδυνέψουν και μετά από πόσο χρόνο, αν εκδηλωθεί πυρκαγιά σε δεδομένο σημείο και με τις τάδε μεταβαλλόμενες δυσμενείς μετεωρολογικές συνθήκες;

·        Πώς να δρομολογηθούν οχήματα καταστολής πυρκαγιάς ή πολιτικής προστασίας σε πολλά παράλληλα μέτωπα;

·        Ποιες ενέργειες ενδείκνυται να λαμβάνουν χώρα από κάθε ομάδα καταστολής/ πολιτικής προστασίας όταν ισχύουν συγκεκριμένες συνθήκες;

·        Πώς όλα τα παραπάνω μπορούν να οργανωθούν σε επιχειρησιακά σενάρια για την προετοιμασία της καταστολής πυρκαγιών;

Στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε στην ημερίδα κατέστη σαφές ότι το σύστημα δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανθρώπινη ευφυΐα στο σχεδιασμό και την αντιμετώπιση δασικών πυρκαγιών. Μπορεί, όμως, να διαθέσει ένα σύνολο επιστημονικών εργαλείων που ενσωματώνουν σημαντικά επιτεύγματα της διάνοιας, σε όσους λαμβάνουν αποφάσεις ετοιμότητας και αντιμετωπίζουν πυρκαγιές. Με αυτό τον τρόπο συμπληρώνει την εμπειρική γνώση με επιστημονική τεκμηρίωση, σε μια περίοδο που η ένταση των φαινομένων είναι τέτοια που επιβάλλει κάθε δυνατή βελτιστοποίηση, καταδεικνύοντας ότι η χρήση μόνο των παραδοσιακών μέσων πυρόσβεσης δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική.

Μολονότι η χρήση του συστήματος δεν θα μπορούσε να αποτρέψει την πυρκαγιά στην Πάρνηθα, θα μπορούσε να προφέρει έγκαιρη πρόβλεψη του τρόπου με τον οποίον θα εξελισσόταν η πυρκαγιά, ώστε να ληφθούν όποιες και όσο επώδυνες αποφάσεις απαιτούνταν ώστε να αποτραπεί η καταστροφή του Εθνικού Δρυμού.

Το ΕΜΠ απευθύνει πρόσκληση στην ελληνική επιστημονική κοινότητα για συντονισμένη δραστηριοποίηση στον κρίσιμο τομέα της διαχείρισης κρίσεων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα κρίσιμα φαινόμενα που τα χρόνια που έρχονται θα απειλήσουν τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος και την οργάνωση των κοινωνιών όπως τη γνωρίζουμε.

 

4. Περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την πυρκαγιά στην Πάρνηθα

 

4.1 Επιπτώσεις στη θερμοκρασία της περιοχής της Αθήνας

 

Στην παράγραφο αυτή γίνεται μία πρώτης εκτίμησης των επιπτώσεων που θα έχει στο κλίμα της Αθήνας το γεγονός της καταστροφής του μεγαλύτερου μέρους του δάσους στην βόρειαβορειοδυτική πλευρά της Πάρνηθας. Αρχικά αναφέρονται οι μηχανισμοί που καθορίζουν την θερμοκρασία   του δάσους και της πόλης και στη συνέχεια περιγράφεται η κατανομή της θερμοκρασίας στην Πάρνηθα (με βάση μετρήσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από το Γεωπονικό πανεπιστήμιο) και πως διαμορφώνεται το θερμοκρασιακό καθεστώς στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας κάτω από όλες τις συνθήκες ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας.

 

Η επίδραση του δάσους στο κλίμα της παρακείμενης αστικής περιοχής καθορίζεται από δύο παράγοντες:  τη διαφοράς θερμοκρασία των δύο περιοχών που συντελείται από την παρουσία δένδρων και δημιουργεί την αύρα δάσους και την τοπογραφία του βουνού (κλίση πλαγιών), που δημιουργεί τους αναβατικούς και καταβατικούς ανέμους, ενώ επηρεάζει και τη ροή πάνω και γύρω από το βουνό.

 

Συγκεκριμένα:

 

1. Η Αύρα του δάσους: Η Αύρα του δάσους  είναι μια ροή δροσερού αέρα ανάμεσα στο ψυχρότερο δάσος και την θερμότερη πόλη κατά τη διάρκεια της ημέρας, που αντιστρέφεται κατά τη διάρκεια της νύχτας, οπότε και γίνεται πιο ασθενής και με μικρότερη ικανότητα εισχώρησης.

2. Αναβατικοί και καταβατικοί άνεμοι: Κατά τη διάρκεια της ημέρας, λόγω της θέρμανσης του εδάφους, η θερμοκρασίας του αέρα που βρίσκεται σε επαφή με την πλαγιά ενός βουνού είναι μεγαλύτερη από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος αέρα, γεγονός που οδηγεί στην άνοδο θερμού αέρα κατά μήκος της πλαγιάς, Το βράδυ, αντίθετα παρατηρείται κάθοδος ψυχρού αέρα λόγω της ψύξης του εδάφους.

 

3. Ροή αέρα πάνω από το βουνό: Το ύψος του βουνού, η ταχύτητα του ανέμου στην κορυφή του και το ύψος της αναστροφής καθορίζουν τη ροή πάνω από το βουνό.   Αν η υπόβαθρο ροή είναι ασθενής και το ύψος της αναστροφής σε αρκετά μεγαλύτερο ύψος από την κορυφή του βουνού, τότε ο αέρας περνά πάνω από το βουνό, αλλά δεν κατεβαίνει ως τους πρόποδες. Αν η υπόβαθρη ροή είναι αρκετά ισχυρή και η αναστροφή στο ύψος περίπου του βουνού, τότε παρατηρούνται πολύ ισχυροί καταβατικοί άνεμοι, τύπου hydraulic jump. Αν η αναστροφή είναι κάτω από την κορυφή του βουνού, τότε η ροή δε μπορεί να κατέβει κάτω από το ύψος της αναστροφής και δε μπορεί να επηρεάσει τους πρόποδες .

 

 

Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο γεγονός ότι στο καμένο δάσος αυξάνει σημαντικά η θερμοκρασία εδάφους  (την οποία δίνουν σαν πληροφορία οι δορυφορικές εικόνες) όχι όμως και η θερμοκρασία αέρα.. Συγκεκριμένα, έγινε αναφαρά σε πειραματικές μετρήσεις θερμοκρασία καθ' ύψος που πραγματοποιήθηκαν από το Cooperative Institute for Research in Environmental Sciences, Colorado, USA, σε καμένη και μη καμένη πλευρά στην ίδια πλαγιά δάσους με τον ίδιο προσανατολισμό (σχήμα 1). Γίνεται φανερό ότι ενώ η θερμοκρασία  εδάφους στην καμένη μεριά είναι μεγαλύτερη μέχρι και 6 °C, η θερμοκρασία αέρα στα 2 m δε ξεπερνά τους  0.5 °C.

 

 

ΣΧΗΜΑ 4: Μεταβολή της θερμοκρασίας καθ' ύψος σε καμένη και μη καμένη πλευρά του δάσους

 

Με βάση κλιματολογικά στοιχεία η επικρατούσα ροή στην Πάρνηθα σε όλη τη διάρκεια του έτους είναι η βόρεια, με μέση ταχύτητα 3 m/s, ενώ το συνηθέστερο ύψος αναστροφής είναι 1200 m, και η μέση ευστάθεια, όπως εκφράζεται από τη συχνότητα Brunt Vaisalla, N= 0.01 s-1. Κάνοντας ένα καθαρό θεωρητικό υπολογισμό, με τη βοήθεια του αριθμού Froude  και το ύψος του βουνού h=1400 m, με βάση προηγούμενη θεωρητική μελέτη των Helmis et al (2000), καταλ΄ηγουμε στο συμπέρασμα ότι η πιο συνηθισμένη κατάσταση για την Πάρνηθα είναι ο αέρας βόρειας συνιστώσας να μη μπορεί να υπερπηδήσει την κορυφή.

 

Λαμβάνοντας υπόψη προηγούμενες θεωρητικές και πειραματικές μελέτες που έχουν γίνει στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας (όπως Asimakopoulos et al., 1999; Helmis et al., 1995; 1997), οι δυνατές περιπτώσεις ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας που επικρατούν είναι οι εξής.

 

Δυνατές συνθήκες ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας:

1. Ασθενής υπόβαθρη ροή που οδηγεί στην ανάπτυξη τοπικών ροών (αναβάτες, καταβάτες, θαλάσσια αύρα, αύρα του δάσους)

2. Αλληλεπίδραση υπόβαθρης ροής (βόρειας διεύθυνσης) με την αύρα του Σαρωνικού. Το ύψος αναστροφής  στην περίπτωση αυτή είναι 600-700 m

3. Ισχυρή υπόβαθρη ροή (βόρειας διεύθυνσης) με διαφορετικό ύψος αναστροφής

 

Σε κάθε από τις παραπάνω περιπτώσεις μπορούμε να εκτιμήσουμε τις διαφορές που θα παρατηρήσουμε σε σχέση με τις συνθήκες που επικρατούσαν πριν καεί η Πάρνηθα και τις συνθήκες όπως έχουν διαμορφωθεί τώρα που έχει καεί η βόρεια πλευρά της Πάρνηθας.

 

 

1. Ασθενής υπόβαθρη ροή:

 

Σ' αυτή την περίπτωση κυριαρχεί η αύρα της θάλασσας από τον Σαρωνικό προς την Αθήνα, όπου ο δροσερός θαλάσσιος αέρας φτάνει μέχρι τους πρόποδες της Πάρνηθας. Στις πλαγιές της Πάρνηθας παράλληλα, αναπτύσσονται θερμοί αναβάτες οι οποίοι ανεβαίνουν το βουνό, ενώ υπάρχει και μία ασθενής δροσερή αύρα του δάσους που συνεισφέρει στην πτώση της θερμοκρασίας στους πρόποδες του βουνού. Το βράδυ   η συνεισφορά του βουνού στο δροσισμό των βόρειων προαστίων είναι πιο σημαντική, λόγω της ανάπτυξης των κατεβατών. Η κατάσταση αυτή μετά την καταστροφή της βόρειας πλευράς της Πάρνηθας, αφού έχει διατηρηθεί το δάσος από την νότια πλευρά, δεν διαφοροποιείται. Δε θα συνέβαινε όμως το ίδιο αν καιγόταν η νότια πλευρά της Πάρνηθας, καθώς δε θα υπήρχε η αύρα του δάσους και οι καταβάτες δε θα ήταν τόσο δροσεροί όσο προηγουμένως, αφού θα κατέβαιναν καμένη πλαγιά.

 

2. Αλληλεπίδραση υπόβαθρης ροής (ροή βόρειας διεύθυνσης) με αύρα:

 

Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, έχουμε και πάλι την αύρα του Σαρωνικού, με την διαφορά όμως ότι λόγω του αντίθετου βόρειου ανέμου, δεν φτάνει μέχρι τους πρόποδες της Πάρνηθας. Η μεγάλη διαφοροποίηση σ' αυτή την περίπτωση είναι ότι δεν έχουμε τη δημιουργία αύρας του δάσους και αναβατών στις πλαγιές του βουνού, λόγω της επίδρασης της υπόβαθρης ροής και επιπλέον η χαμηλή αναστροφή (στα 600-700 m), οι συνθήκες για την Πάρνηθα διαμορφώνονται έτσι ώστε ο αέρας που περνά πάνω από το βουνό να μην καταφέρνει να φτάσει στην πόλη της Αθήνας και να παραμένει πάνω από το ύψος του βουνού.

Μετά την καταστροφή της Πάρνηθας, η κατάσταση αυτή διαφοροποιείται κυρίως λόγω της απουσίας του δάσους από την βόρεια μεριά του βουνού. Ο αέρας πλέον θερμαίνεται περνώντας από την βόρεια πλαγιά που έχει καεί με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται σχετικά θερμότερος αέρας πάνω από την πόλη και να δημιουργούνται ευνοϊκότερες συνθήκες για εκδήλωση καύσωνα.

 

3. Ισχυρή υπόβαθρη ροή (βόρειας διεύθυνσης):

 

Στην περίπτωση της ισχυρής ροής, ανάλογα με το ύψος της αναστροφής, ο αέρας θα μπορούσε να παραμείνει πάνω από την πόλη ή να κατέβει μέχρι τους πρόποδες. Πριν την πυρκαγιά η κατάσταση αυτή δημιουργούσε συνθήκες δροσιάς στα βόρεια προάστια. Τώρα που κάηκε η βόρεια πλαγιά, όταν ο αέρας κατεβαίνει τη νότια πλευρά δε διαφοροποιείται θερμοκρασιακά αφού περνά πάνω από δάσος. Αν όμως καιγόταν η νότια πλευρά, η κατάσταση θα διαφοροποιούνταν αφού ο αέρας που θα έφτανε τα βόρεια προάστια θα ήταν σχετικά θερμότερος περνώντας την υποτιθέμενη καμένη νότια πλευρά.

 

 

Τα παραπάνω συνοψίζονται στα παρακάτω σημεία:

 

·        Η Πάρνηθα συμβάλει στο δροσισμό των βόρειων προαστίων

·        Με βάση τη μέχρι τώρα ερευνητική γνώση και τη βιβλιογραφία δεν αναμένεται η βόρεια/βορειοδυτική καμένη πλευρά της Πάρνηθας να επηρεάσει ιδιαίτερα την κατανομή της θερμοκρασίας αέρα στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας σε κλιματολογική βάση (εκτός από περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων που ο αέρας μπορεί να κατέβει τη νότια πλαγιά)

·        Ένα τέτοιο όμως συμπέρασμα πρέπει να διερευνηθεί με προσομοιώσεις με τη βοήθεια αριθμητικού μοντέλου για όλες τις αντιπροσωπευτικές μετεωρολογικές συνθήκες

 

4.2 Πλημμυρικός Κίνδυνος

 

Για την εκτίμηση του πλημμυρικού κινδύνου αξιολογούνται οι ακόλουθες παράμετροι: η έκταση και η ένταση της καταστροφής, οι μορφολογικές κλίσεις των εδαφών της κατεστραμμένης περιοχής αλλά και της ευρύτερης περιοχής, ο προσανατολισμός των πλαγιών σε σχέση με τις εκτιμούμενες βροχοπτώσεις, τα πετρώματα που εμφανίζονται σε κάθε περιοχή και ο διαχωρισμός και χαρακτηρισμός τους ως υδροπερατά ή αδιαπέρατα, η μελέτη των χαρακτηριστικών των κοιτών και των κύριων ρευμάτων κυρίως στην περιοχή εκφόρτισης, η χωροταξική ανάπτυξη των οικιστικών, βιομηχανικών περιοχών και η θέση εν γένει των υποδομών.

Με την επεξεργασία των ανωτέρω στοιχείων σε γεωγραφικά συστήματα πληροφοριών προέκυψαν οι περιοχές με τον υψηλότερο κίνδυνο πλημμύρας.

 

·        Το ρέμα της Αγίας Τριάδας, το οποίο αποστραγγίζει μικρή σχετικά περιοχή με περιορισμένες καμένες εκτάσεις και διατρέχει στη συνέχεια περιοχές των Θρακομακεδόνων και του Μενιδίου.

·        Το ρέμα του Γιάννουλα, το οποίο αποστραγγίζει μια ιδιαίτερα μεγάλη περιοχή από την οποία η μεγαλύτερη έκταση είναι καταστρεμμένη και είναι δυνατό να κατακλύσει περιοχές του Θριάσιου πεδίου και ιδιαίτερα του Ασπροπύργου και της παράκτιας ζώνης.

·        Το Μαυρόρεμα, το οποίο αποστραγγίζει μια μεγάλη κατεστραμμένη περιοχή, ενσωματώνει και άλλα ρέματα κατά μήκος του και τελικά καταλήγει στον Ασωπό ποταμό, ο οποίος εκβάλλει στην περιοχή του Χαλκουτσίου - Ωρωπού.

·        Τα ρέματα Ξηρόρεμα και Σαρανταπόταμος τα οποία αποστραγγίζουν σχετικά μικρή περιοχή, είναι πιθανό να προσβάλουν περιοχές του Θριάσιου πεδίου και ιδιαίτερα βόρεια της Ελευσίνας και ανατολικά της Μάνδρας από όπου και διέρχονται.

·        Το ρέμα Μπιθισακκούλι, το οποίο αποστραγγίζει την ευρύτερη περιοχή της δυτικής Πάρνηθας και των Σκούρτων, διέρχεται από την περιοχή του Κλειδιού και του Αγίου Θωμά και ενσωματώνεται στον Ασωπό ποταμό στην περιοχή της Τανάγρας.

 

Με βάση τη θέση των οικιστικών και βιομηχανικών περιοχών αλλά και τη θέση των έργων υποδομής καθώς επίσης και τη διάταξη των κοιτών των ρεμάτων, διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα σε ό,τι αφορά την πλημμυρική επικινδυνότητα:

Το ρέμα Γιάννουλα έχει υψηλή επικινδυνότητα, είναι δυνατό να προσβάλει οικιστική περιοχή του Ασπροπύργου, έργα υποδομής, τα οποία είναι διατεταγμένα κατά μήκος της κοίτης του, καθώς επίσης και τις βιομηχανικές μονάδες της παραλιακής ζώνης. Ένα σημαντικό επιπρόσθετο στοιχείο που αυξάνει κατακόρυφα τον βαθμό επικινδυνότητας, προέρχεται από το γεγονός ότι η κοίτη του ρέματος Γιάννουλα σε πολλά σημεία έχει αποφραχθεί από απορρίψεις μπαζών και σκουπιδιών.

Το ρέμα της Αγίας Τριάδας παρουσιάζει υψηλή επικινδυνότητα δεδομένου ότι η περιοχή του Μενιδίου είναι έντονα αστικοποιημένη και τα έργα διευθέτησης και απαγωγής ίσως δεν επαρκούν γιατί έχουν σχεδιαστεί με διαφορετικά δεδομένα, ενώ σε πολλές περιπτώσεις έχουν συντηρηθεί πλημμελώς και παρουσιάζουν φραγμούς από απορρίψεις υλικών.

Το ρέμα Μαυρόρεμα καθώς επίσης και το Μπιθισακκούλι δεν έχουν υψηλή επικινδυνότητα δεδομένου ότι δεν διέρχονται από περιοχές με ιδιαίτερη σημασία (οικιστική, βιομηχανική κ.λπ.), επειδή όμως τροφοδοτούν τον Ασωπό ποταμό μεταβιβάζουν αυξημένη επικινδυνότητα στις περιοχές των Οινοφύτων αλλά και στην περιοχή όπου εκβάλλει ο ποταμός. Στο σημείο αυτό αναπτύσσεται και η οικιστική παράκτια ζώνη του Χαλκουτσίου - Ωρωπού.

Τέλος, τα ρέματα Ξηρόρεμμα και Σαρανταπόταμος έχουν μικρή επικινδυνότητα δεδομένου ότι και ο κίνδυνος που εμπεριέχουν είναι χαμηλός και δεν διέρχονται από περιοχές έντονα αστικοποιημένες ή βιομηχανοποιημένες».

 

 

 


 

Εικόνα 5: Τρισδιάστατη απεικόνιση

της Αττικής και των ρεμάτων αυξημένης επικινδυνότητας.


5. Συμπεράσματα

 

  • Σε πρόσφατη μελέτη της φυσικής αναγέννησης της κεφαλληνιακής ελάτης (Σταματόπουλος 1995) αναφέρεται ότι τα δυνητικά φυτρώσιμα σπέρματα από τον πληθυσμό της Πάρνηθας είναι πολύ λίγα (11%).
  • Το 2006 δημοσιεύτηκε ο τελικός κατάλογος βάσει της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για την Εφαρμογή στην Ελλάδα που περιλαμβάνει:

151 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ)

239 Τόπους Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ)

ο Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας συμπεριλήφθηκε και στις δύο κατηγορίες (ΖΕΠ+ΤΚΣ).

  • Από τα φυτά που έχουν έως σήμερα καταγραφεί στην Πάρνηθα ελάχιστα περιλαμβάνονται στους καταλόγους των προστατευόμενων ειδών (τέσσερα στις κοινοτικές οδηγίες και τρία στους ελληνικούς καταλόγους).
  • Τα φυτά αναπτύσσουν προσαρμοστικές στρατηγικές, έτσι ώστε να αντιμετωπίζουν τη δράση της φωτιάς.
  • Η μέχρι σήμερα δημοσιευμένη επιστημονική γνώση τεκμηριώνει με απόλυτη βεβαιότητα την ισχυρή δυνατότητα που διαθέτουν τα δάση της Χαλεπίου Πεύκης να αναγεννηθούν μετά τη φωτιά χωρίς καμία ανθρώπινη παρέμβαση.
  • Στα χαμηλά υψόμετρα η φωτιά έκαψε κυρίως εκτάσεις με πευκοδάση. Η βλάστηση των οικοσυστημάτων αυτών αναμένεται να αναγεννηθεί άμεσα, αφού τα είδη που τη συνθέτουν έχουν στην πλειονότητά τους μηχανισμούς μεταπυρικής ανάκαμψης .
  • Δεν θα πρέπει να εισέλθουμε στο δάσος είτε για να κόψουμε κορμούς ή κλαδιά για να κάνουμε κορμοδέματα (το οποίο θα αλλάξει τη χωροθέτηση των διαθέσιμων κώνων και σπερμάτων), είτε για να «διασπείρουμε χαλίκια και λίθους διότι μειώνουν τη διάβρωση», είτε για να ανοίξουμε λάκκους και να φυτέψουμε οποιοδήποτε είδος διαθέτουν τα ελληνικά φυτώρια. Είναι προφανές ότι η τοποθέτηση κορμών για την πιθανή αποφυγή της διάβρωσης του εδάφους θα έχει σαν άμεσο αποτέλεσμα την τροποποίηση της διαθεσιμότητας των σπερμάτων. Ως εκ τούτου, πρέπει να γίνει εκεί που κρίνεται απολύτως απαραίτητο, κατόπιν μελέτης, ενώ στις επίπεδες και με μικρή κλίση θέσεις δεν χρειάζεται καμία παρέμβαση.
  • Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει δημοσιευμένη επιστημονική γνώση για την αναγέννηση της Κεφαλληνιακής Ελάτης μετά από φωτιά. Η φύση μας δείχνει όμως ότι τα σπέρματα της ελάτης όντως απαιτούν σκοτάδι και χαμηλές θερμοκρασίες για να φυτρώσουν, αλλά σύμφωνα με τις μέχρι τώρα μετρήσεις η μεγαλύτερη πυκνότητα νεαρών ατόμων ελάτης εντοπίζεται στα διάκενα που δημιουργούν μεταξύ τους τα ώριμα άτομα. Η αναδάσωση με μαύρη πεύκη μπορεί όντως να καταφέρει να λειτουργήσει ως το μέσο δημιουργίας σκότους στο καμένο έδαφος, αλλά γιατί δεν περιμένουμε να το κάνουν αυτό οι θάμνοι του υποορόφου του δάσους όταν αυτοί αναβλαστήσουν, όπως και θα γίνει πιθανότατα πολύ σύντομα;
  • Είναι προτιμότερο και εντιμότερο αρχικά να αφήσουμε το ελατοδάσος της Πάρνηθας να ανακάμψει μόνο του, με όποιες διαδικασίες του επιτρέπουν τα όριά του.
  • Οι μέχρι τώρα προσπάθειες αναδάσωσης έχουν οδηγήσει σε αμφιλεγόμενα, αν όχι καταστροφικά αποτελέσματα (μέθοδοι εκσκαφής, οργώματος κτλ).
  • Η αναδάσωση με οποιοδήποτε φυτό μη ενδημικό αποτελεί πράξη οικολογικής αυτοκτονίας και οδηγεί στην αλλοίωση της ταυτότητας του οικοσυστήματος.(είδη όπως η ψευδακακία και ο αείλανθος).
  • Ο αείλανθος αποτελεί άκρως ανταγωνιστικό και τοξικό για το περιβάλλον του είδος και η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπανά εκατομμύρια ευρώ για να το εξοντώσει από τις περιοχές που έχει εισβάλει ( LIFE Focus / Alien species and nature conservation in the EU. The role of the LIFE program. 2000-2004).
  • Το μέτρο που ανακοινώθηκε από τον Υπουργό ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε (συλλογή ενός τόνου σπερμάτων κεφαλληνιακής ελάτης) είναι μη ρεαλιστικό.
  • Η Δορυφορική Τηλεπισκόπηση, μέσω των απαραίτητων δορυφορικών δεδομένων και τις κατάλληλης τεχνογνωσίας και υποδομής, μπορεί να αξιοποιηθεί σε επιχειρησιακό επίπεδο για την παροχή κατάλληλων υπηρεσιών και προϊόντων με στόχο την πρόληψη, την επιχειρησιακή αντιμετώπιση και τη μετέπειτα παρακολούθηση των καμένων περιοχών στους ενδιαφερόμενους φορείς.
  • Υπάρχουν συστήματα, όπως το firementor , τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν από φορείς καταστολής, φορείς πολιτικής προστασίας, φορείς διαχείρισης δασών - περιβάλλοντος, τοπικές αρχές, εθελοντές, ΜΚΟ, κ.ά. τόσο κατά το σχεδιασμό, όσο και κατά την επιχειρησιακή αντιμετώπιση των πυρκαγιών.
  • Με βάση τη μέχρι τώρα ερευνητική γνώση και τη βιβλιογραφία δεν αναμένεται η βόρεια/βορειοδυτική καμένη πλευρά της Πάρνηθας να επηρεάσει ιδιαίτερα την κατανομή της θερμοκρασίας αέρα στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας σε κλιματολογική βάση (εκτός από περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων που ο αέρας μπορεί να κατέβει τη νότια πλαγιά). Ένα τέτοιο όμως συμπέρασμα πρέπει να διερευνηθεί με προσομοιώσεις με τη βοήθεια αριθμητικού μοντέλου για όλες τις αντιπροσωπευτικές μετεωρολογικές συνθήκες
  • Υπάρχουν ρέματα στην Πάρνηθα τα οποία παρουσιάζουν υψηλή πλημμυρική επικινδυνότητα. Ο τρόπος, όμως, αντιμετώπισης του κινδύνου αυτού θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα συνεκτίμησης και των παραγόντων που αναφέρθηκαν για την προστασία του οικοσυστήματος. Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ο κίνδυνος να μειωθεί η ικανότητα απορροής υδάτων στον Κηφισό εξ αιτίας των φερτών υλικών που ενδέχεται να εναποτεθούν στην κοίτη του (από το ρέμα της Αγίας Τριάδας).

 

Υπάρχει επιστημονική γνώση και μέθοδος που πρέπει, όμως, να ακουστεί. Πρέπει να χτιστεί ένα σύστημα που να τροφοδοτείται με σωστή οικολογική γνώση. Οφείλουμε να θεμελιώσουμε κανόνες για την εφαρμογή τους σε συστήματα λήψης αποφάσεων που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία σε άλλες χώρες.

 

Κρίνεται αναγκαία η συντονισμένη δραστηριοποίηση στον κρίσιμο τομέα της διαχείρισης κρίσεων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα κρίσιμα φαινόμενα που τα χρόνια που έρχονται θα απειλήσουν τη βιωσιμότητα του περιβάλλοντος και την οργάνωση των κοινωνιών όπως τη γνωρίζουμε.

 

 

 

6. Πρόγραμμα Ημερίδας

 

 

  1. Οικοσύστημα της Πάρνηθας (12:00- 13:00)

 

·        Δρ. Γ. Καρέτσος και Δρ. Ε. Δασκαλάκου, Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων & Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων, Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας: Ζώνες βλάστησης στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας - Δυνατότητες αποκατάστασης

·        Π. Ανδριόπουλος, Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ, Τομέας Οικολογίας και Ταξινομικής: Σπάνια είδη φυτών της Πάρνηθας

 

 

  1. Σχέση δάσους- φωτιάς, Μηχανισμοί αναγέννησης (13:00- 14:00)

 

·        Αν. Καθ. Μ. Αριανούτσου- Δρ. Δ. Καζάνης, Τμήμα Βιολογίας ΕΚΠΑ, Τομέας Οικολογίας και Ταξινομικής: Μηχανισμοί Αναγέννησης δασών, Σχέση μεσογειακού δάσους- φωτιάς

·        Ι. Πεταμίδης, Διεύθυνση Δασών Αττικής: Δασικά Οικοσυστήματα στην Αττική, πόσο τα γνωρίζουμε, τι μας προσφέρουν και πώς θα τα προστατέψουμε.

 

Διάλειμμα (14:00- 14:30)

 

  1. Δορυφορική Τηλεπισκόπηση (14:30- 16:00)

 

·        Δρ. Ν. Σηφάκις, Ερευνητής Β', Δρ. Χ. Κοντοές, Ερευνητής Β' και Δρ. Ι. Κεραμιτσόγλου, Ερευνήτρια Δ', Ινστιτούτο Διαστημικής και Τηλεπισκόπησης, Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Χ. Ιωσηφίδης, Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων, Τομέας Τοπογραφίας, ΕΜΠ: Επιχειρησιακή χρήση της δορυφορικής Τηλεπισκόπησης  στην πρόληψη, ετοιμότητα, εντοπισμό, δυναμική παρακολούθηση και αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών, καθώς και την αξιολόγηση των ζημιών και την επιτήρηση των καταπατήσεων.

·        Επ. Καθ. Β. Βεσκούκης, Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων, Τομέας Τοπογραφίας, ΕΜΠ: Επιχειρησιακό πρόγραμμα Firementor, αποτελέσματα από την Πεντέλη.

 

  1. Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις στην Αττική (16:00- 17:00)

 

·        Επ. Καθ. Έ. Φλόκα, Τμήμα Φυσικής ΕΚΠΑ, Τομέας Περιβάλλοντος και Μετεωρολογίας: Επιπτώσεις στο κλίμα της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας

·        Καθ. Ε. Λέκκας, Τμήμα Γεωλογίας ΕΚΠΑ, Δυναμικής Τεκτονικής & Εφαρμοσμένης Γεωλογίας: Πλημμύρες

 

 

  1. Ανοιχτή Συζήτηση- Προτάσεις- Συμπεράσματα Ημερίδας (17:00- )

 

 

setstats1

Αξιολόγηση: 
0
Η αξιολόγηση σας: Κανένα
0
0 ψήφοι
airpeace79
Εικόνα airpeace79
Απών/απούσα

ouzο
Το παρακάτω το διάβασα στο φόρουμ της ΠΕΠΑ και παίρνω την πρωτοβουλία να το δημοσιεύσω και εδώ.
Δημοσιέυτηκε πρώτα απο τον KDK και τον ευχαριστώ για την ενημέρωση.
---www.edasa.gr---
Στις 3 και 4 Νοεμβρίου,ο σύλλογος ΕΔΑΣΑ οργανώνει συλλογή σπόρου μάυρης κεφαλληνιακής ελάτης στο διασωθέν τμήμα του εθνικού δρυμού Πάρνηθας.
Η σποροσυλλογή γίνεται απο τους πεσμένους στο έδαφος σπόρους.
Ο σπόρος που θα συγκεντρωθεί θα διατεθεί στο Δασαρχείο Πάρνηθας για να χρησιμοποιηθεί στο φυτώριο του Δασαρχείου ώστε να συμβάλλουν στην αναδάσωση του βουνού.
Όσο θέλουν να συμμετάσχουν στην δραστηριότητα αυτή να συναντηθούν με τα μέλη του συλλόγου στην Αγ.Τριάδα Πάρνηθας στις 09:00π.μ.
Για περισσότερες πληροφορίες επικοινωνήστε με τον σύλλογο ΤΡΙΤΗ-ΤΕΤΑΡΤΗ-ΠΕΜΠΤΗ 19:OO-21:00 ή απο το σάιτ της ΕΔΑΣΑ.