Το ιστολόγιο του/της κωστάνζα

Πάρτυ Νοεμβρίου

Το Σάββατο κάναμε ένα παρτυ στο όποιο προσκαλέσαμε τους φίλους μας μαζί με τα παιδιά τους. Είχα προετοιμάσει μια σούπα, φέραμε ποτά, πιάτες, ποτήρια κλπ στο σπίτι της ντόπιας ενορίας για να γλεντάμε. Μαζευτήκαμε γύρω στα σαράντα άτομα κι ο καθένας /η καθεμια έκανε αυτό που τους άρεσε· έτσι ένας φίλος μαζί με άλλους αρωμάτισαν τη σούπα, καθήσαμε για να φάμε μαζί, γελάσαμε κι είπαμε πολλές κουβέντες.

Σκότος και ομίχλη

Σκοτεινές οι μέρες, ανατολή ηλίου δίχως την Ηώ, η ομίχλη δυσκολεύει το φώς να μας ξυπνά, για ποιόν λόγο σηκωθήκαμε;
Με ημίκλειστα μάτεια μπαίνω στην κουζίνα, κάνω τον καφέ μου, τον πίνω στο μπαλκόνι με το τσιγάρο, μπαίνω, αφυπνίζω τον σύζυγο φιλούσα το προσωπό του, προετοιμάζω το πρωϊνό του, τον αγκαλιάζω με φιλάκι για αντίο σου, τα λέμε το βραδάκι.

Μα όταν ανάψω τον υπολογιστή μου το σύντροφο και βλέπω ότι μου γράψατε απαντήσεις, η καρδιά ζεσταίνει και σας σκέφτομαι. Ελπίζω να δείτε καλύτερες μέρες, να σας πάρουνε σοβαρά οι κκ. πολιτικοί κι όλοι αυτοί που αποφασίζουνε για το μέλλον της αγαπημένης μου Ελλάδας.

Κατά τις τέσσερεις το απόγευμα ανάβω τα φώτα για να δώ που πατώ. Υπάρχουν λιγοστά φύλλα στα δέντρα, ομώς ένα πουλί ακούγαμε το πρωΐ.
Τι θα γίνει; Με τένωση περιμένω να τα μάθω.

Ο Παπαδήμος θα τα φτιάξει;

γειά χαρά,

αφ´ό,τι άκουσα ο κ. Παπαδήμος θα σώσει την κυβέρνηση Ελλάδας. Σωστά αυτά; Σας ρωτώ επειδή στα μέσα δεν εμπιστεύομαι ως αφορά την αλήθεια. Τι λέτε;

Σας ευχαριστώ εκ προτέρων

Categories: 

Αναμνήσεις για τα Ιωάννινα

Μόλις διάβασα τη δημοσίευση για τα Ιωάννινα, πράγματι νοσταλγούσα· το 1992, όταν ήμουν νέα και όμορφη (τώρα είμαι μόνον και), πήρα υποτροφία Εράσμου για να σπουδάζω στα Ιωάννινα. Τότε τα τμήματα Ιστορίας και Φιλολογίας είχαν μετακομίσει στο χωριό Δουρούτη, όπου και ζούσαμε σε φοιτητική εστία πρώτης τάξης. Οι «αλλοδαποί» μαζί με τους μεταπτυχιακούς μοιράσαμε τον 2ο όροφο, μια χαρά.
Για να κοιτάξω κάτι, ήθελα τρία λεπτά από το δωματιό μου ως το σπουδαστήριο· ιδανικές συνθήκες.
Ένας συμφοιτητής είχε κάνει την απόσταση Θεσσ/νίκης μέχρι τα Ιωάννινα μέσα σε δύο μέρες στο ποδήλατο και με προσκάλεσε να κουβαλήσω στη σχάρα με μια πετσέτα από κάτω. Τότε δεν είχε πολλά ποδήλατα στον δρόμο, κι αφού δεν είχα ποδήλατο στη διάθεσή μου, έπρεπε να πάω με λεωφορείο.
Ένα παιδί από τη Βυρτεμβέργη μου πώλησε το δικό του όταν έφυγε· επιτέλους μπορούσα να ποδηλατώ! Τι χαρά... Βεβαίως τα φώτα μας λειτουργούσανε όταν ποδηλατούσαμε στο σκοτάδι.
Τα βράδυα διασκεδάσαμε σε διάφορα μπαράκια ή σε ταβέρνες. Αγαγνακτήσανε οι ντόποιο αφού δεν τους ήτανε δυνατό να βγούνε κάθε βράδυ· όταν ρώτησα που ν´αχουνε τα χρήματα, ένας φίλος απάντησε «Η Ελλάδα ζεί από τους πεθεράδες.»
Κάναμε οικονομία και φάγαμε στη Λέσχυ· την Τρίτη και την Τετάρτη είχε πολύ καλό φαγητό, τις άλλες μέρες ας τα.

Ζούσα τρείς ή τέσσερεις επικίνδυνες περιπτώσεις· την ομίχλη οπότε δεν ήξερα άν προχωρούσα σωστά και φοβόμουν. Το καλοκαίρι μια μέρα πήρα κοντή φούστα· όλα τα αγόρια Ηπείρου μου φάνηκε με ακουλοθούσανε σφυρίζοντες, μάλλον δεν είχανε δεί κάτι τέτοιο ποτέ στη ζωή τους· επαρχεία, τι να σας πω...
Ένα βραδάκι στα χαράματα ποδηλατούσα προς Δουρούτη με κοντά παντελόνια, και τι έγινε. Πλησίασε ένας παχούλης με μηχανάκι και ρώτησε· «Προπόνηση κάνεις;» Του είπα να με αφήσει να γυρίσω στην εστία. Μετά την έκτη ερώτησή του του είπα «Άντε γαμήσου μαλάκα!» κι έφυγε ο βλάκας.