ΤΡΕΙΣ ΠΟΔΗΛΑΤΕΣ ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΠΟΔΗΛΑΤΟ (μέρος 1ο)
Υποβλήθηκε από ofios στις Τρί, 05/04/2011 - 09:30.Στις δέκα το πρωί της Τετάρτης δεκαεπτά Μαρτίου, ο άνεργος ηθοποιός Δημήτρης Μαυροστούπης φόρεσε τα πλεχτά γάντια που τού είχε φτιάξει πριν από εικοσιδύο χρόνια η γιαγιά του Αρτεμισία Μαυροστούπη το γένος Παθιακάκη, κατέβασε χαμηλά μέχρι τα φρύδια τον αγορασμένο από σεντόνι τής οδού Αιόλου σκούφο του, τράβηξε την πετούγια τής πόρτας και βγήκε στον κοινόχρηστο διάδρομο τής μονοκατοικίας τής πεζοδρομημένης παρόδου Υψηλάντη. Οσμίστηκε το ψητό κατσαρόλας τής κυρίας Λυμπέρη από τον πρώτο όροφο που είχε και μπαλκόνι και έκανε για δεύτερη φορά την ίδια κίνηση με το χέρι, ανοίγοντας αυτήν την φορά την εξώθυρα που οδηγούσε έξω στον κόσμο, στους ανθρώπους.
Η πόρτα δεν έτριξε πίσω του, χάριν τής διαρκούς και αδιάλειπτης φροντίδας του κυρίου Μιλτιάδη, συγκατοίκου και διαχειριστού τού οικήματος.
Βγήκε στον δρόμο.
Το πρωινό ήταν ευχάριστα μουντό και ο καφετζής στην απέναντι τζαμόπορτα είχε ήδη ετοιμάσει τους μεσημεριανούς του μεζέδες για την αποτελούμενη από συνταξιούχους και εισοδηματίες αργόσχολη πελατεία του. Σήκωσε το χέρι προς τον ηθοποιό, όχι τόσο για να χαιρετήσει κάποιον, που ποτέ δεν είχε καθήσει έστω για μια πορτοκαλάδα στο μαγαζί του, αλλά, γιατί ποτέ δεν ξέρει κανείς εάν θα βρεθεί,
χάριν μιάς ασήμαντης, εξαναγκασμένης χειρονομίας, να παίρνει τηλέφωνο τους συγγενείς του για να τον δουν το βράδυ στις ειδήσεις να μιλάει για το πόσο καλές σχέσεις είχε με τον αποδεδειγμένα μονόχνωτο ηθοποιό, που στο μεταξύ θα είχε αυτοκτονήσει για αδιευκρίνιστους λόγους.
Ο Δημήτρης Μαυροστούπης, αδιόρατα αβέβαιος για τον αν η ανεργία του οφείλοταν στο κακόηχο όνομά του ή σε πιθανό έλειμμα ταλέντου του, προχώρησε με σταθερά βήματα προς το γκαράζ της οδού Γερογιάννη κυττάζοντας πάντα ψηλά, παρατηρώντας την κίνηση των γυμνών κλαδιών των δέντρων στο φόντο τού γκρίζου ουρανού, αναπνέοντας βαθειά την πρωινή δρόσο, που τού θύμιζε την πλατεία τού χωριού του, κάπου στην ορεινή Αιτωλοακαρνανία.
Έστριψε στην Ξενοφώντος.