Εταιρεία Ιπτάμενων Χριστουγεννιάτικων Πλασμάτων

- Δεν με ενδιαφέρει, φώναζε ο Άγιος Βασίλης, κατακόκκινος από τον θυμό του. Τι πάει να πεί αυξήθηκε ο ΦΠΑ και τι με νοιάζει εμένα πόσο πάει το πετρέλαιο;

- Κύ-Κύριε άγιε μου, τον διέκοψε ο Φρανκ το ξωτικό, θα πα-πάθετε τίποτα, μα ε-ε-έχετε δει τα ποσοστά της χο-χοληστερίνης σας; Αμ δεν κάνεις κι εσύ κράτει άγιε μου, μια α-α-αποθήκη μπουγάτσες τον μήνα κα-κα.. κα- καθαρίζεις στην καθισιά σου...

- Βρε άστα αυτά, ήρθαν τα Χριστούγεννα, τόσα παιχνίδια έχω φτιάξει, αν δεν δουλέψω τώρα τι θα περιμένω, πες μου, το Πάσχα; Τι λες, να πρωτοτυπήσουμε φέτος; Μήπως να τους αφήνω κόκκινα αβγά μέσα στις κάλτσες; Μήπως αντί για γκι, να ειδοποιήσουμε τους ανθρώπους να κρεμάσουν πρωτομαγιάτικα στεφάνια; Μήπως θες να φορέσω μαγιό για να είμαι σύμφωνος με την εποχή ρε παραμορφωμένε λαγέ;

- Ά-Άγιε μου, υπομο-μο-νή... Οι καιροί είναι δύ-δύσκολοι... Το εργοστάσιο κα-κα... κα-κατασκευής ταρανδοτροφών έχει κρατήσει τις ί-ί-ί-ίδιες τιμές τα τελευταία 60 χρόνια, δεν βγ-βγ... βγ... βγαίνει ο άνθρωπος!

- Να τους δώσεις απλή ταρανδοτροφή, αφού δεν μας δίνει αυτός!

- Απλή;

- Ναι απλή! Μάλιστα! φώναξε ο Άγιος, σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος και έμεινε ακίνητος να κοιτάζει με τα μάτια μισόκλειστα τον Φρανκ. Τόσοι τάρανδοι στον κόσμο τρώνε χορταράκι του θεού, που είναι και τσάμπα, οι δικοί μας θέλουν ενισχυμένο σου λέει, δεν μπορούν να φάνε ότι όλοι, μα τι μας λες, χαράς τα μούτρα!

- Κύριε Άγιε μου, οι δικοί μας πε-πετάνε όμως...

- Δικαιολογίες...

Στο μικρό ξύλινο δωματιάκι επικράτησε ησυχία. Ο Φρανκ τρομαγμένος είχε αγκαλιάσει το πόδι του τραπεζιού με τα χεράκια του και είχε κατεβάσει τα μυτερά αυτιά του, όπως έκανε κάθε φορά που ο άγιος είχε τα νεύρα του.

- Κι εί-είναι και κά-κάτι άλλο... είπε διστακτικά.

- Τι είναι πάλι; φώναξε ο άγιος.

- Ε να... να... να...

- Να σε στείλω να σκουπίσεις την Καισαρεία από το χιόνι, να σου πω εγώ... Τι “να” και “να” ρε κοντοπίθαρε...

- Η κλα.... Η κλα... Η κλαδική!

- Ποια "κλαδική" ρε γκόλουμ του γλυκού νερού; μουρμούρισε εκείνος σμίγοντας τα φρύδια του...

- Η κλαδική των τα-ταράνδων!

- Η ΠΟΙΑ; Τώρα το πόδι του άγιου χτυπούσε ανυπόμονα στο πάτωμα και σε κάθε χτύπο του ο Φράνκ χοροπηδούσε σαν να έχει λόξυγκα.

- Οι τά-τα... οι τάρανδοι συνδικαλίστηκαν άγιε μου... Εξε-ξε-ξελεξαν τον Ρούντολφ σαν αντιπρό---πρό... πρόσωπό τους κι έχουν κι αί.. αιτήματα!

Ο Άγιος Βασίλης θρονιάστηκε στην καρέκλα του. Τώρα πια, το ένα του μάτι ήταν γουρλωμένο ενώ το άλλο κοιτούσε μισόκλειστο, που σε συνδυασμό με τις τρίχες της γενειάδας του που πετούσαν προς κάθε πιθανή κατεύθυνση, του έδιναν μια πολύ κωμική εικόνα. Κωμική για εμάς, γιατί ο κακομοίρης ο Φρανκ έτρεμε από τον φόβο του, καθώς έβλεπε την καταιγίδα να πλησιάζει...

- Πήγαινε ρε ντολμαδάκι με ουρά, τσακίσου να μου φωνάξεις τον Ρούντολφ και χάσου από μπροστά μου, μην ξεσπάσω επάνω σου!

Ο Φράνκ άδραξε την ευκαιρία και έγινε καπνός. Λίγα λεπτά αργότερα ακούστηκαν οπλές στον ξύλινο διάδρομο και στην συνέχεια χτύπησε το σκαλιστό πόμολο της πόρτας.

-Έμπα! είπε βαριεστημένα ο άγιος. Ήταν σίγουρος πως ο Ρούντολφ δεν θα του έφερνε αντιρρήσεις, το πολύ πολύ να είχε δει στις ειδήσεις τίποτα απεργίες στην Ελλάδα και να πήραν τα μυαλά του αέρα, αλλά θα του τον έκοβε αυτός, μα τι Χριστούγεννα κι αυτά, όλα μαζεμένα του ήρθαν, όλα μαζεμένα... Αυτά σκεφτόταν ο άγιος την ώρα που είδε με την άκρη του (γουρλωμένου) ματιού του τις όπλες του Ρούντολφ μέσα στο δωμάτιο. Σιγά σιγά σήκωσε το βλέμμα, αλλά αυτό που είδε κόντεψε να του προκαλέσει εγκεφαλικό.
Ο Ρούντολφ φορούσε ένα κόκκινο κασκόλ, έναν μαύρο μπερέ ανάμεσα στα κέρατα και κρατούσε ένα πλακάτ που έγραφε “ΌΧΙ στην παγκοσμιοποίηση”.
Το κεφάλι του Άγιου έγειρε στην αρχή λίγο στα αριστερά. Μετά λίγο στα δεξιά. Στο τέλος μίλησε:

- Τι είναι αυτά τα μασκαριλίκια ρε Ρούντολφ;

- Ως εκπρόσωπος του Σωματείου Ιπτάμενων Χριστουγεννιάτικων Πλασμάτων και αφουγκραζόμενος τα δίκαια αιτήματα των εργαζομένων μας...

- Προχώρα στο ζουμί γιατί θα σε πετάξω εγώ σε μια κατσαρόλα με ζουμί...

- ...ενάντια στα μονοπώλια των πολυεθνικών...

- Ποια μονοπώλια μωρέ, θα με τρελάνετε όλοι σήμερα...

- Ε μα άγιε μου, το μονοπώλιο έχεις, τι δηλαδή, ξέρεις κι άλλους να τριγυρνάνε νυχτιάτικα κάθε Χριστούγεννα και να κάνουν διανομή παιχνιδιών;

- Άντε βρε παλαβιάρη και πες ότι το δέχομαι, σου φαίνομαι εγώ για πολυεθνική; Εγώ ένας μπάρμπας είμαι μωρέ...

- Α μπα; Και τι δηλαδή, η ιδέα μου είναι πως τη μια στιγμή μοιράζουμε παιχνίδια στην Κάτω Παναγιά Ισπανίας και την άλλη στο...

- Συνέχισε, συνέχισε γιατί... γιατί...

- Το Σωματείο Ιπτάμενων Χριστουγεννιάτικων Πλασμάτων διεκδικεί:
Καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Μπόνους παραγωγικότητας.
Χριστουγεννιάτικο δώρο, ίσο με την μηνιαία ποσότητα ταρανδοτροφής...

- Δεν γίνονται αυτά, να τα ξεχάσετε...

- Αυτή είναι μια εξέλιξη που το Σωματείο είχε προβλέψει. Κατόπιν τούτου κι εμείς θα προχωρήσουμε σε απεργιακές κινητοποιήσεις...

- ΤΙ ΛΕΣ ΜΩΡΕ; ξέσπασε ο άγιος που πια, κόντευε να βγει από τα ρούχα του. Τα πράγματα δεν πήγαιναν ακριβώς όπως τα είχε προβλέψει κι ήταν πια εμφανές πως έπρεπε να πάρει άμεσα μέτρα, πριν η κατάσταση βγει εκτός ελέγχου. Με τα χέρια σταυρωμένα πίσω από την πλάτη του σουλάτσαρε νευρικά γύρω από το τραπέζι. Στο τέλος επέλεξε να τον πιάσει με το καλό...

- Βρε Ρουντολφίνο, Βρε Ρουντολφινουλίνο, βρε δεν βλέπεις που τα πράγματα είναι δύσκολα; Εδώ σου λέει το εργοστάσιο ταρανδοτροφής 60 χρόνια έχει κρατήσει σταθερές τις τιμές του, δεν βγαίνουν οι άνθρωποι, αλλά και τι να κάνει... Αμ το πετρέλαιο, ξέρεις που έχει πάει το πετρέλαιο;

- Και τι σχέση έχουμε εμείς με το πετρέλαιο;

- Όλα είναι σχετικά, όλα... Εδώ έχουμε υπεράριθμα ξωτικά στον τομέα κατασκευής παιχνιδιών, τι να κάνω μου λες; Να τα διώξω; Να μείνουν κρεμασμένα στα δέντρα μέρες που είναι; Αμ το άλλο, που χρωστάμε...

- Χρωστάμε;

- Βεβαίως, μην κοιτάς που δεν τα λέω για να μην στεναχωρηθείτε, α! χρωστάμε λέει... Θυμάσαι τον τομέα περιτυλίγματος που ανανεώσαμε πέρσι; Με τι λεφτά έγινε αυτό μου λες; Βρε Ρουντολφινουλινάκο μου, αν με γυρίσεις ανάποδα δεν θα πέσει ούτε καραμέλα, τι να λέμε τώρα...

- Ναι ε; Και οι διαφημίσεις που γυρίζουμε για τα αναψυκτικά κάθε χρόνο, τσάμπα γίνονται; Μου είπε ο Φρόστι πως σε είδε να φεύγεις με μια μαύρη βαλίτσα από τα πλατό πρόπερσι...

- Βρε τίποτα δεν πήρα, μια χορηγία μου κάνανε οι άνθρωποι και εγώ τα έριξα όλα στα παιχνίδια, α! να κρατήσω εγώ λεφτά, τι λέει τώρα...

- Σε ποιόν τα πουλάς αυτά, ε; Εδώ σε σπονσοράρανε και άλλαξες και εμφάνιση, πέταξες τα πράσινα κι από τότε σε κάθε δημόσια εμφάνιση φοράς τα κόκκινα μην σπάσει το συμβόλαιο, α ρε παράγκα... φώναξε ο Ρούντολφ έξαλλος, σηκώνοντας τον μπροστά δεξιά οπλή του στον αέρα.

Ήταν πια βέβαιο πως με το καλό δεν θα κατάφερνε τίποτα. Του έμεναν οι φωνές. Θα τους απειλούσε με απόλυση, μάλιστα, που θα βρίσκανε δουλειά αλλού; Το μονοπώλιο έχει και τα καλά του...
Τσαντισμένος όπως ήταν λοιπόν, έγειρε το κεφάλι του μπροστά και το κόλλησε στην μύτη του ταράνδου, έτοιμος να εκραγεί σε φωνές και ουρλιαχτά, αλλά με έκπληξη παρατήρησε πως ο τάρανδος ατρόμητος, κόλλησε την μουσούδα του στην δική του και μάλιστα άρχισε να λαμπυρίζει απειλητικά! Μείναν έτσι, μύτη με μουσούδα που λένε για αρκετή ώρα, κοιτώντας ο ένας τον άλλο με άγριες διαθέσεις, μέχρι που ο άγιος ένιωσε ένα τράβηγμα στην μπέρτα του. Χωρίς να ξεκολλήσει λεπτό την μύτη του από την φωτισμένη μουσούδα του Ρούντολφ, λοξοκοίταξε προς τα κάτω και είδε τον Φρανκ, που με κατεβασμένα αυτιά τους κοιτούσε τρομαγμένα...

- Τι θες κι εσύ, δεν βλέπεις πως βρισκόμαστε σε διαπραγματεύσεις; Άντε τσακίσου από μπροστά μου ρε καρικατούρα του Γιόντα μην σε τσακίσω...

Τώρα, να τα λέμε και όλα, ο άγιος δεν ήταν κακός, ιδιότροπος ήταν, αλλά και πάλι δεν έφταιγε αυτός, τόσα χρόνια μοναξιάς μέσα στα χιόνια και τους πάγους τον είχαν αλλάξει, τον είχαν κάνει απότομο και ψυχρό. Γιατί όλα τα πλάσματα στο εργοστάσιο είχαν ένα ταίρι, εκτός από τον άγιο που ήταν μαγκούφης. Ο κακομοίρης ο Φράνκ είχε ακούσει τόσα και τόσα σε όλη την ζωή του και ποτέ δεν τον παρεξηγούσε, αλλά κάποια πράγματα είναι - πως να το κάνουμε - ιερά και δεν μπορεί να τα αγγίξει κανείς...
Ακόμα θυμόταν πως, 30 χρόνια πριν, είχε κρυφτεί σε μια αίθουσα κινηματογράφου, πίσω από μια κουρτίνα μαζί με άλλα ξωτικά και είχε δει τον “πόλεμο των άστρων”. Ο Γιόντα, το μικρό πράσινο πλασματάκι με τα μεγάλα μυτερά αυτιά, που ήταν τόσο δυνατό και σοφό, έγινε αμέσως το ίνδαλμά του, που ο Φρανκ ονειρευόταν πως κάποια στιγμή θα γινόταν κι αυτός έτσι... Όταν τελείωνε την βάρδιά του στο εργοστάσιο, έπαιρνε ένα μικρό ξύλο που είχε βάψει με μια μαγική πράσινη μπογιά που λαμπύριζε (όλα τα ξωτικά έχουν μαγικές δυνάμεις όταν πρόκειται για παιχνίδια) και κρυβόταν στα δάση, παίζοντας, κάνοντας πως ήταν ο Γιόντα και πως πολεμούσε ενάντια σε ότι είναι κακό και άδικο στον κόσμο.

Επομένως, όσο και να σεβόταν και να συγχωρούσε τον άγιο, αυτή την φορά είχε αγγίξει μια πολύ ευαίσθητη προσωπική του χορδή, κανείς δεν μπορούσε να κοροϊδέψει κοτζάμ Δάσκαλο και να μείνει ατιμώρητος... Με μιας το πράσινο σωματάκι του φούσκωσε από υπερηφάνεια, το βλέμμα του γέμισε από αποφασιστικότητα και τα αυτιά του πετάχτηκαν θαρραλέα στον αέρα, και πριν προλάβεις να πεις “Τζεντάι” είχε πηδήξει στο κέντρο του τραπεζιού και είχε ακουμπήσει την άκρη του λαμπερού ξύλινου ξίφους του, ανάμεσα στις κόκκινες μύτες του κεφαλαίου και των εργαζομένων.

- Εγώ θα σας βρώ την λύση! είπε ήρεμα. Εσύ παιδί μου - και γύρισε το βλέμμα του στον τάρανδο - θα πάρεις τους άλλους του Σωματείου Ιπτάμενων Χριστουγεννιάτικων Πλασμάτων και θα ιδρύσετε μια εταιρεία, με το όνομα Εταιρεία Ιπτάμενων Χριστουγεννιάτικων Πλασμάτων και στην συνέχεια θα αναλάβετε την Ανατολική πλευρά του κόσμου. Θα πάτε θα μοιράζετε παιχνίδια στα παιδιά εκεί και ότι κερδίζετε, γλυκά, θαυμασμό και αγάπη θα το μοιράζεστε μεταξύ σας ισότιμα. Κι εσύ, είπε και γύρισε στον άγιο, θα αναλάβεις την Δύση, θα μοιράζεις παιχνίδια στα παιδιά στον μισό χρόνο από όσο χρειάζεσαι τώρα και θα γυρίζεις ξεκούραστος στην καλύβα σου... Κι όσο για τα ξωτικά - κι έστρεψε το ξίφος προς το μέτωπό του - που είμαστε και υπεράριθμα (και κοίταξε με μια δόση κακίας τον άγιο) - θα δουλεύουμε και στις δύο εταιρείες, έτσι θα δημιουργηθούν καινούργιες θέσεις εργασίας και όλοι θα είμαστε ευχαριστημένοι...

- Καλά όλα αυτά, δεν λέω, θα μου χρειαζόταν και λίγη ξεκούραση, είπε ο άγιος σκεφτικός, αλλά πως στο καλό θα προλαβαίνω όλο το δυτικό ημισφαίριο σε μια νύχτα μονάχος μου; Ε;

- Έχω λύση και για αυτό! είπε ο Φράνκ - που όπως όλα τα ξωτικά, είπαμε πως είχε μαγικές δυνάμεις. Χτύπησε το ξίφος του στο τραπέζι τρείς φορές και στο κέντρο του δωματίου εμφανίστηκε με ένα μεγαλοπρεπές πουφ ένα κατακόκκινο ποδήλατο με στριφτό τιμονάκι που γυάλιζε, λες και το κάλυπτε μια ασημένια σκόνη.

- Τι είναι αυτό; φώναξε ο άγιος. Με ένα ποδήλατο θα γυρίσω τον μισό κόσμο σε μια νύχτα;

- Βρε άγιε, είπε ο Φράνκ κοιτώντας τον αφ’ υψηλού, πρώτον το ποδήλατο είναι πράγμα μαγικό, μπορείς να ρωτήσεις κάθε παιδί σε αυτόν τον κόσμο να το επιβεβαιώσεις. Είναι μαγικό γιατί σε πάει παντού και - κατά γενική μπομπιρομολογία- σε κάνει να πετάς! Κι έπειτα, είναι καιρός να χάσεις και κανα κιλό, που από όταν έκλεισες το συμβόλαιο με το αναψυκτικό έγινες τετράπαχος και δεν χωράς να περάσεις από την πόρτα...

Οι δύο πλευρές το σκέφτηκαν λίγο και είδαν πως τελικά η πρόταση ήταν συμφέρουσα. Ο άγιος θα είχε τα μισά σπίτια για να πάει, άσε που με την Δύση τα είχε πάντα καλύτερα, μια φορά δηλαδή το κοινό του δεν το έχανε. Ο Ρούντολφ από την άλλη θα μπορούσε επιτέλους να κάνει αυτό που πάντα ονειρευόταν, να είναι αφεντικό του εαυτού του και να εισπράττει αγάπη από τα παιδιά για αυτό που είναι...

Φιλικά χωρίσαν οι δυο πλευρές εκείνο το βράδυ. Ο άγιος αγκάλιασε τον τάρανδο και δάκρυσε συγκινημένος "θα μου λείψεις βρε παλιοκατσίκα" του έλεγε ανάμεσα στα δάκρυα, κι όταν ο Ρούντολφ πήγε στο Σωματείο να ανακοινώσει τα καινούργια δεδομένα, εκείνος ανέβηκε στο ποδήλατο, έδωσε μια στα πετάλια, ανέβηκε μισό μέτρο και μετά... α, ναι! ο άγιος δεν είχε μάθει ποτέ ποδήλατο! Βρέθηκε λοιπόν ξαπλωμένος φαρδύς - πλατύς στο πάτωμα! Ο Φράνκ χαχάνισε περιπαικτικά...

- Και πως ακριβώς δουλεύει αυτό το ποδήλατο; ρώτησε ο άγιος, βογκώντας...

- Είθε η Δύναμη να είναι μαζί σου! είπε γελώντας - παίρνοντας εκδίκηση για όσα είχε ακούσει τόσα χρόνια... Κι έτσι, φουσκωμένο από υπερηφάνεια και χαμογελαστό, πέρασε την πόρτα από το ξύλινο δωματιάκι και τράβηξε για το εργοστάσιο...

Αξιολόγηση: 
0
Η αξιολόγηση σας: Κανένα
0
0 ψήφοι
tabakiera
Απών/απούσα

πολύ γλυκό και χριστουγεννιάτικο το πόνημα σου...μου ζέστανε το κρύο βράδυ...άντε καλές γιορτές και να μας γράφεις

tkant
Εικόνα tkant
Απών/απούσα

Ωραία και ζεστή ιστορία με σύμμειξη πραγματικού και φανταστικού στοιχείου!
Να 'σαι καλά.

κωστάνζα
Εικόνα κωστάνζα
Απών/απούσα

μόλις διάβασα την ιστορία η όποια μου άρεσε εντελῶς

θα μπορύσε κανείς να μου εξηγήσει τι σημαίνει η λέξη τάρανδοι;

Ευχαριστῶ εκ προτέρων

to
Εικόνα to
Απών/απούσα

κωστάνζα wrote:
θα μπορύσε κανείς να μου εξηγήσει τι σημαίνει η λέξη τάρανδοι;

τάρανδος

κωστάνζα
Εικόνα κωστάνζα
Απών/απούσα

για τη φωτογραφία

tkant
Εικόνα tkant
Απών/απούσα

Τάρανδος (μία άλλη εκδοχή):

.

κωστάνζα
Εικόνα κωστάνζα
Απών/απούσα

πολύ ωραία, μου αρέσει

Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια
contact